«Είδα τα σώματα να πέφτουν σαν τις κορίνες του μπόουλινγκ στο πέρασμά του φορτηγού», περιέγραψε στην εφημερίδα Nice-Matin ένας συντάκτης της, ο οποίος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της πολύνεκρης επίθεσης στη Νίκαια. Ο δημοσιογράφος Νταμιάν Αλμάν αφηγήθηκε πώς το φαινομενικά ανέμελο εορταστικό βράδυ της 14ης Ιουλίου μετατράπηκε σε εφιάλτη.
«Κλάσματα του δευτερολέπτου αφού τελείωσαν τα πυροτεχνήματα, ένα τεράστιο λευκό φορτηγό έπεσε με τρελή ταχύτητα πάνω στους ανθρώπους, κάνοντας μάλιστα στροφές για να θερίσει όσο το δυνατόν περισσότερους», είπε ο ίδιος.
Ο Αλμάν βρήκε έτρεξε να βρει καταφύγιο σε ένα εστιατόριο μαζί με πολλούς άλλους, όμως ήθελε να τι συνέβη και γρήγορα επέστρεψε έξω. «Η Προμενάντ ήταν έρημη. Κανένας θόρυβος. Καμιά σειρήνα. Κανένα αυτοκίνητο», συνέχισε.
«Αίμα. Βογγητά. Αυτοί που νοικιάζουν τις ομπρέλες στην παραλία ήταν οι πρώτοι που έτρεξαν. Έφεραν νερό για τους τραυματίες και πετσέτες τις οποίες απέθεταν εκεί όπου δεν υπήρχε πια ελπίδα. Εκείνη τη στιγμή λιγοψύχησα. Ήθελα να βοηθήσω, να κάνω κάτι, όμως δεν τα κατάφερα», εξομολογήθηκε ο Αλμάν.
Ένας Αιγύπτιος τουρίστας, ο Ναντέρ Ελ Σαφέι, που βρέθηκε σε απόσταση αναπνοής από το φονικό φορτηγό ανέφερε ότι ο δράστης ήταν νευρικός. «Του φώναζα και κουνούσα τα χέρια μου για να τον κάνω να σταματήσει, προσπαθούσα να του πω ότι υπάρχουν ήδη πολλοί νεκροί άνθρωποι κάτω από το φορτηγό του, αλλά δεν έδινε σημασία σε τίποτα», δήλωσε. «Τον είδα να σηκώνει κάτι που έμοιαζε με κινητό, νόμιζα ότι θα καλούσε ασθενοφόρο για το ατύχημα, όμως εκείνος πήρε το όπλο του και άρχισε να πυροβολεί κατά των αστυνομικών», συμπλήρωσε.
«Το φορτηγό σταμάτησε, στεκόμασταν μόλις πέντε μέτρα μακριά. Μία γυναίκα ήταν εκεί, είχε χάσει το γιο της, που κειτόταν στο έδαφος, αιμορραγώντας», αφηγήθηκε ένας άλλος παρευρισκόμενος, ο Φρανκ Σιντολί.
«Μία γυναίκα έπεσε στα γόνατα, κάποιος από την οικογένεια της είχε σκοτωθεί και δεν υπήρχε κανείς που μπορούσε να κάνει κάτι, δεν υπήρχε συσκευή ανάνηψης, είχε κομματιαστεί», μοιράσθηκε ένας Ιρλανδός τουρίστας. «Ένα παιδικό πλαστικό τρίκυκλο είχε διαλυθεί λίγο πιο πέρα. Στάθηκα στην κορυφή της σκάλας και κοίταξα γύρω μου. Ήταν μία σουρεαλιστική εικόνα. Παιδιά έκλαιγαν, άλλα έτρεχαν τριγύρω μόνα τους, μία μητέρα ούρλιαζε, ψάχνοντας το παιδί της», συνέχισε.
Ο πανικός ήταν διάχυτος, καθώς οι γονείς προσπαθούσαν να προστατεύσουν τα παιδιά τους και να αναζητήσουν ασφάλεια, μακριά από την αιματοκυλισμένα πεζοδρόμια της παραλίας. «Ο άνδρας μου σήκωσε τα παιδιά στα χέρια και άρχισε να τρέχει, κοίταξα γύρω μου και είδα τόσους νεκρούς ανθρώπους- ακόμη και ένα μωρό με συνθλιμμένο το κεφάλι του», περιέγραψε μία μητέρα στο γαλλικό iTélé.
«Το φορτηγό με έριξε στο πλάι και όταν άνοιξα τα μάτια μου είδα πρόσωπα που δεν αναγνώριζα. Άρχισα να ζητάω βοήθεια, αλλά κάποιοι από τους φίλους μου δεν στάθηκαν τόσο τυχεροί. Χειρουργούνται, καθώς μιλάμε. Είναι πολύ δύσκολο, είναι πολύ τραυματικό», σχολίασε μία 20χρονη Γαλλίδα στην αίθουσα αναμονής του νοσοκομείου Παστέρ της Νίκαιας.
Σύμφωνα με τη γαλλική εφημερίδα L’ Express, το πρώτο θύμα της επίθεσης ήταν μία Μουσουλμάνα μητέρα επτά παιδιών, που παρακολουθούσε τους εορτασμούς με τα ανίψια της. «Είχε καλυμμένο το κεφάλι της, εξασκούσε τη θρησκεία του αληθινού Ισλάμ, όχι αυτή των τρομοκρατών», σχολίασε ο γιος της. «Ήταν το πρώτο θύμα, δεν υπήρχαν άλλα πτώματα πριν από εκείνη», πρόσθεσε.
Η επόμενη ημέρα της τραγωδίας βρήκε τους επιζώντες, το ιατρικό προσωπικό και όσους έσπευσαν να βοηθήσουν συντετριμμένους. Δημοσιογράφος της Le Monde ανήρτησε στο Twitter τις ιστορίες παιδιών που βίωσαν τη φονική επίθεση.
Ο 5χρονος Σκαντέρ μοιράστηκε τον τρόπο που αντιλήφθηκε τα γεγονότα με τους ψυχολόγους, που προσφέρουν στήριξη στο σημείο. «Εκεί είναι οι νεκροί άνθρωποι και εκεί είναι η θάλασσα», έδειξε στη ζωγραφιά του το μικρό αγόρι. Μία από τις μορφές που βρίσκονταν στο έδαφος αναπαριστούσε τη μητέρα του.
Ο πατέρας του 5χρονου χάιδευε με θλίψη το κεφάλι του γιου του καθώς ο μικρός αναφώνησε: «Ξέρω γιατί ήρθε το φορτηγό- επειδή ήταν γιορτή»!
Λίγα βήματα πιο μακριά, η 8χρονη Άγια περίμενε με το πρόσωπο στραμμένο προς το νερό, περιμένοντας τη φίλη της. Είχε γνωρίσει τη Σοφία στην παραλία της Νίκαιας και οι οικογένειες τους είχαν δώσει ραντεβού για να γιορτάσουν μαζί. Η Άγια αποφάσισε να επιστρέψει στο σημείο συνάντησης, αν και η Σοφία δε φαινόταν πουθενά.