Εξπρές Σάμινα: Ήταν 26 Σεπτεμβρίου του 2000 όταν η μοίρα αποφάσιζε το έτοιμο για απόσυρση επιβατηγό – οχηματαγωγό του ’66 να μείνει για πάντα στον βυθό του Αιγαίου, παρασέρνοντας μαζί του στον θάνατο 81 αθώες ψυχές.
Γράφει η Όλγα Παρθενέα-Γεωργάτσου
Αριθμός που θα ήταν πολύ μεγαλύτερος αν το ίδιο βράδυ στον Πειραιά δεν επιβιβαζόταν ο 19χρονος Βασίλης Ραχούτης.
Ή αλλιώς, το παιδί που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως «Στρατιώτης Πεζικού Βασίλης Ραχούτης, ο »αφανής» ήρωας του πολύνεκρου ναυαγίου στα ανοιχτά της Πάρου».
Το «Εξπρές Σάμινα» ξεκινά από το λιμάνι του Πειραιά το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου για να εκτελέσει το δρομολόγιο Πειραιάς – Πάρος – Ικαρία – Σάμος – Φούρνοι. Σύμφωνα με τα πρακτικά –διότι οι πληροφορίες κάνουν λόγο για πολύ μεγαλύτερο αριθμό- μεταφέρει 447 επιβάτες και 64 μέλη πληρώματος, μεταξύ των οποίων και 21 στρατιώτες που επιστρέφουν στη Σάμο από άδεια. Μια λεπτομέρεια που λίγο αργότερα θα αποδεικνυόταν σωτήρια.
Η ιστορία από το σημείο αυτό είναι κάτι περισσότερο από γνωστή. Η είδηση του ναυαγίου του «Εξπρές Σάμινα» αποτελεί μια τραγική ανάμνηση για κάθε Έλληνα που βίωσε τις στιγμές εκείνες είτε ως ναυαγός είτε ως συγγενής των ανθρώπων που βρέθηκαν έρμαια της εγκληματικής έλλειψης επαγγελματισμού και της απαράδεκτης αδιαφορίας του μεγαλύτερου μέρους του πληρώματος.
Η αρχή του τέλους ξεκινά λίγο μετά τις δέκα το βράδυ, όταν πλέοντας με χρήση αυτόματου πιλότου με ανέμους 8 μποφόρ (!) το «Εξπρές Σάμινα» παρεκκλίνει της πορείας του και προσκρούει με ταχύτητα 18 κόμβων στο σύμπλεγμα βραχονησίδων γνωστό ως «Πόρτες», δύο περίπου ναυτικά μίλια από το λιμάνι της Πάρου. Η ζημιά στα ύφαλα του πλοίου είναι πολύ μεγαλύτερη από όση αρχικά πίστεψε και μετέφερε στα Μέσα Ενημέρωσης το Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας.
Το πλήρωμα παραλείπει να κλείσει όλες τις υδατοστεγείς πόρτες με αποτέλεσμα τα ορμητικά νερά να κατακλύσουν το πλοίο μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Από τη στιγμή που εκείνο πήρε κλίση προς τα δεξιά, τα πάντα είχαν τελειώσει.
Η βύθιση είχε ξεκινήσει. Μέχρι τελευταία στιγμή, όμως, οι υπεύθυνοι ζητούσαν από τους επιβάτες να μείνουν στο πλοίο καθώς «δεν συνέτρεχε ο παραμικρός κίνδυνος»!
Και οι ατυχίες δεν είχαν τέλος.
Το νερό προκάλεσε άμεση βλάβη στο σύστημα ηλεκτρισμού, με αποτέλεσμα οι επιβάτες να πασχίζουν να σωθούν χωρίς καν να βλέπουν. Δε λειτούργησε ούτε η εφεδρική ηλεκτρογεννήτρια.
Φωνές, κλάματα, απελπισμένες προσπάθειες επικοινωνίας με συγγενείς και φίλους και δραματική έλλειψη ενδιαφέροντος από πλευράς πληρώματος για την κατάσταση που επικρατούσε, συνέθεσαν τη ντροπιαστική εικόνα του τέλους του «Εξπρές Σάμινα».
Πλέον, τα κανάλια είχαν ενημερωθεί για όσα συνέβαιναν και το Υπουργείο αναγκάστηκε να παραδεχτεί την ήττα του, κινητοποιώντας το Λιμεναρχείο της Πάρου να σπεύσει για βοήθεια. Στο σημείο κατέφθασαν πέρα από τα σκάφη του Λιμενικού και τα βρετανικά πολεμικά σε άσκηση, μέχρι και οι ψαράδες του νησιού για να περισυλλέξουν όσους ναυαγούς μπορούσαν.
Πολλοί από τους επιβάτες κατέληξαν στα φουρτουνιασμένα νερά πριν τη βύθιση του πλοίου στην προσπάθειά τους να σωθούν.
Μέσα σε 25 λεπτά το πλοίο είχε βυθιστεί και περισσότεροι από 500 ανθρώπους βρέθηκαν να παλεύουν με τα κύματα.
Σε αυτούς, όμως, δεν ανήκαν οι 21 στρατιώτες που επέστρεφαν στη Σάμο. Εκείνοι, είχαν μια πολύ δυσκολότερη αποστολή: Να σώσουν όσο το δυνατόν περισσότερους συνανθρώπους τους μπορούσαν. Και πράγματι, σε αυτούς οφείλουν τη ζωή τους δεκάδες επιβάτες.
Γράφει η Όλγα Παρθενέα-Γεωργάτσου
Αριθμός που θα ήταν πολύ μεγαλύτερος αν το ίδιο βράδυ στον Πειραιά δεν επιβιβαζόταν ο 19χρονος Βασίλης Ραχούτης.
Ή αλλιώς, το παιδί που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως «Στρατιώτης Πεζικού Βασίλης Ραχούτης, ο »αφανής» ήρωας του πολύνεκρου ναυαγίου στα ανοιχτά της Πάρου».
Το «Εξπρές Σάμινα» ξεκινά από το λιμάνι του Πειραιά το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου για να εκτελέσει το δρομολόγιο Πειραιάς – Πάρος – Ικαρία – Σάμος – Φούρνοι. Σύμφωνα με τα πρακτικά –διότι οι πληροφορίες κάνουν λόγο για πολύ μεγαλύτερο αριθμό- μεταφέρει 447 επιβάτες και 64 μέλη πληρώματος, μεταξύ των οποίων και 21 στρατιώτες που επιστρέφουν στη Σάμο από άδεια. Μια λεπτομέρεια που λίγο αργότερα θα αποδεικνυόταν σωτήρια.
Η ιστορία από το σημείο αυτό είναι κάτι περισσότερο από γνωστή. Η είδηση του ναυαγίου του «Εξπρές Σάμινα» αποτελεί μια τραγική ανάμνηση για κάθε Έλληνα που βίωσε τις στιγμές εκείνες είτε ως ναυαγός είτε ως συγγενής των ανθρώπων που βρέθηκαν έρμαια της εγκληματικής έλλειψης επαγγελματισμού και της απαράδεκτης αδιαφορίας του μεγαλύτερου μέρους του πληρώματος.
Το πλήρωμα παραλείπει να κλείσει όλες τις υδατοστεγείς πόρτες με αποτέλεσμα τα ορμητικά νερά να κατακλύσουν το πλοίο μέσα σε ελάχιστα λεπτά. Από τη στιγμή που εκείνο πήρε κλίση προς τα δεξιά, τα πάντα είχαν τελειώσει.
Η βύθιση είχε ξεκινήσει. Μέχρι τελευταία στιγμή, όμως, οι υπεύθυνοι ζητούσαν από τους επιβάτες να μείνουν στο πλοίο καθώς «δεν συνέτρεχε ο παραμικρός κίνδυνος»!
Και οι ατυχίες δεν είχαν τέλος.
Το νερό προκάλεσε άμεση βλάβη στο σύστημα ηλεκτρισμού, με αποτέλεσμα οι επιβάτες να πασχίζουν να σωθούν χωρίς καν να βλέπουν. Δε λειτούργησε ούτε η εφεδρική ηλεκτρογεννήτρια.
Φωνές, κλάματα, απελπισμένες προσπάθειες επικοινωνίας με συγγενείς και φίλους και δραματική έλλειψη ενδιαφέροντος από πλευράς πληρώματος για την κατάσταση που επικρατούσε, συνέθεσαν τη ντροπιαστική εικόνα του τέλους του «Εξπρές Σάμινα».
Πλέον, τα κανάλια είχαν ενημερωθεί για όσα συνέβαιναν και το Υπουργείο αναγκάστηκε να παραδεχτεί την ήττα του, κινητοποιώντας το Λιμεναρχείο της Πάρου να σπεύσει για βοήθεια. Στο σημείο κατέφθασαν πέρα από τα σκάφη του Λιμενικού και τα βρετανικά πολεμικά σε άσκηση, μέχρι και οι ψαράδες του νησιού για να περισυλλέξουν όσους ναυαγούς μπορούσαν.
Μέσα σε 25 λεπτά το πλοίο είχε βυθιστεί και περισσότεροι από 500 ανθρώπους βρέθηκαν να παλεύουν με τα κύματα.
Σε αυτούς, όμως, δεν ανήκαν οι 21 στρατιώτες που επέστρεφαν στη Σάμο. Εκείνοι, είχαν μια πολύ δυσκολότερη αποστολή: Να σώσουν όσο το δυνατόν περισσότερους συνανθρώπους τους μπορούσαν. Και πράγματι, σε αυτούς οφείλουν τη ζωή τους δεκάδες επιβάτες.
Το μοναδικό όνομα που μνημονεύεται μέχρι σήμερα, είναι αυτό του Στρατιώτη Πεζικού Βασίλη Ραχούτη από τη Φθιώτιδα, ο οποίος πλήρωσε με τη ζωή του την άρνησή του να εγκαταλείψει το πλοίο νωρίς και να επιβιβαστεί στην πρώτη διαθέσιμη λέμβο – μία από τις ελάχιστες που υπήρχαν.
Ο Βασίλης χάθηκε στην προσπάθειά του να σώσει ένα βρέφος, έχοντας πρώτα βοηθήσει τη μητέρα του να εξασφαλίσει τη δική της σωτηρία. Το μωρό σώθηκε, όχι όμως και ο ίδιος. Εκείνος πνίγηκε το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου, έχοντας πρώτα καταφέρει μαζί με τους υπόλοιπους στρατιώτες να σώσει τις ζωές δεκάδων επιβατών.
Τίνος ήταν η ευθύνη ήταν τελικά; Του πληρώματος, Της πλοιοκτήτρια εταιρείας; Της κυβέρνησης; Ίσως όλοι έφταιξαν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο. Χαρακτηριστικό αποτελεί το παράδειγμα του υποπλοιάρχου ο οποίος -σύμφωνα πάντα με μαρτυρίες- την ώρα της πρόσκρουσης παρακολουθούσε τον αγώνα «Παναθηναϊκός – Αμβούργο» του Champions League…
Τελικά, ύστερα από χορό ευθυνών και αποζημιώσεων, η υπόθεση έκλεισε με το όνομα ενός ήρωα γραμμένο σ’ αυτή: Του Βασίλη Ραχούτη. Σήμερα, ελάχιστοι θυμούνται το όνομά του, εκείνοι όμως που σώθηκαν από τα δικά του χέρια δεν τον ξέχασαν ποτέ.
Η προτομή του στα Καμμένα Βούρλα αποδεικνύει πως η αυτοθυσία του αναγνωρίστηκε και πως πράγματι το παιδί αυτό αποτέλεσε τον αφανή ήρωα του γεμάτου αντιεπαγγελματίες «Εξπρές Σάμινα».