Ο Λεωνίδας Κουτσόπουλος, ο οποίος φέτος έκανε αισθητή την είσοδο του στην ελληνική τηλεόραση ως κριτής στο Master Chef, μίλησε σε γνωστό περιοδικό για την επαγγελματική του πορεία και τις δυσκολίες που έχει αντιμετωπίσει στη ζωή του. O chef μίλησε για την περίοδο που αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και αναγκαζόταν να κλέβει χαρτί υγείας.
«Μετά τον Λουκάκο, γύρω στο 2005, πήγα στο Λονδίνο. Είχα στείλει mail, μιλούσα αγγλικά επιπέδου lower και δανείστηκα λεφτά για το ταξίδι. Στην αρχή με φιλοξενούσε μια κοπέλα που είχαν γνωρίσει κάτι φίλοι μου για γκομενοδουλειά στις Σπέτσες. Καθημερινά ξυπνούσα 6:30 το πρωί και γυρνούσα στις 2 το βράδυ. Ήταν σκότωμα και δεν μπορούσες να πεις “chef, να πάω για ένα τσιγάρο;”. Εκεί έπαιρνα 780 λίρες».
Τέλος, εξομολογήθηκε τις δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν τα χρήματα του δεν ήταν αρκετά. «Έδινα 590 λίρες για ένα δωματιάκι 15 τ.μ. σε μια κακόφημη περιοχή και έμενα άφραγκος. Φαντάσου ότι πήγαινα στα McDonalds, αγόραζα ένα μπέργκερ και έκλεβα χαρτιά υγείας γιατί δεν έβγαινα! Κάποια στιγμή κλάταρα από την κούραση, κατέρρευσα και πήρα τον Λουκάκο, ο οποίος ήρθε για να μου κάνει ψυχολογική υποστήριξη και να με πείσει να κάτσω. Τελικά, πολύ αργότερα, για προσωπικούς λόγους γύρισα στην Ελλάδα».
«Μετά τον Λουκάκο, γύρω στο 2005, πήγα στο Λονδίνο. Είχα στείλει mail, μιλούσα αγγλικά επιπέδου lower και δανείστηκα λεφτά για το ταξίδι. Στην αρχή με φιλοξενούσε μια κοπέλα που είχαν γνωρίσει κάτι φίλοι μου για γκομενοδουλειά στις Σπέτσες. Καθημερινά ξυπνούσα 6:30 το πρωί και γυρνούσα στις 2 το βράδυ. Ήταν σκότωμα και δεν μπορούσες να πεις “chef, να πάω για ένα τσιγάρο;”. Εκεί έπαιρνα 780 λίρες».
Τέλος, εξομολογήθηκε τις δυσκολίες που αντιμετώπισε όταν τα χρήματα του δεν ήταν αρκετά. «Έδινα 590 λίρες για ένα δωματιάκι 15 τ.μ. σε μια κακόφημη περιοχή και έμενα άφραγκος. Φαντάσου ότι πήγαινα στα McDonalds, αγόραζα ένα μπέργκερ και έκλεβα χαρτιά υγείας γιατί δεν έβγαινα! Κάποια στιγμή κλάταρα από την κούραση, κατέρρευσα και πήρα τον Λουκάκο, ο οποίος ήρθε για να μου κάνει ψυχολογική υποστήριξη και να με πείσει να κάτσω. Τελικά, πολύ αργότερα, για προσωπικούς λόγους γύρισα στην Ελλάδα».