Και η συντριπτική πλειονότητα όσων τον άκουσαν τον δέχτηκαν άκριτα, πιθανόν διότι τροφοδοτεί το μεγάλο «εγώ» της ελληνικής ράτσας, αυτό το διαποτισμένο αιώνες τώρα με τα επιτεύγματα των αρχαίων ημών προγόνων.
Το πλέον εντυπωσιακό είναι ότι ο μύθος – διότι περί τέτοιου πρόκειται – απέκτησε τόση αληθοφάνεια που μέσω αυτού προέκυψε και «ανταγωνιστής». Ο αυθεντικός τέτοιος θέλει την ελληνική γλώσσα να χάνει στο νήμα την εκλογή της ως επίσημη του νεοσύστατου Κράτους των ΗΠΑ μετά τη διακήρυξη της αμερικανικής ανεξαρτησίας, το 1776.
Ήταν όμως τέτοιας μορφής η διάδοση του που φαίνεται ότι εξελίχθηκε σε χαλασμένο τηλέφωνο. Πολλοί έχουν ακούσει και πιστέψει ότι αυτή η μία «καταραμένη» ψήφος ευθύνεται που η ελληνική δεν έγινε η διεθνής γλώσσα της υφηλίου, χάνοντας στη σχετική ψηφοφορία από την αγγλική.
Φυσικά και τα δύο σενάρια ανάγονται στη σφαίρα του μύθου και είναι προφανές ότι η… κότα έκανε το αυγό. Μάλιστα το πιο πικάντικο της ιστορίας είναι ότι ο μύθος της μίας ψήφου ευδοκιμεί και σε Γερμανία, Γαλλία, Ισραήλ! Ιδίως στη Γερμανία είναι πολύ διαδεδομένος – γνωστός ως «μύθος του Μούλενμπεργκ». Εξαπλώθηκε στην κοινή γνώμη κυρίως κατά τη δεκαετία του 1930, με την έξαρση της ναζιστικής προπαγάνδας.
Στην Ελλάδα ο μύθος αναφέρει ότι σε μια καθοριστική ψηφοφορία που τοποθετείται χρονικά αμέσως μετά την έγκριση της διακήρυξης της ανεξαρτησίας των ΗΠΑ από το Κογκρέσο, η νεοσύστατη χώρα καλείται να αποφασίσει την επίσημη γλώσσα του κράτους. Εξαιτίας της θύμησης της αποικιοκρατίας που προκαλούσαν τα αγγλικά για τους Αμερικανούς, υπήρξε η πρόταση να γίνει επίσημη γλώσσα η αρχαία ελληνική, παραπέποντας στην περιοχή που γεννήθηκε το πολίτευμα της δημοκρατίας.
Η εκδοχή αυτή φέρεται να αποδίδεται από κάποιες πηγές στον Ξενοφώντα Ζολώτα, σύμφωνα με τις οποίες δήλωσε γύρω στα μέσα του 20ου αιώνα:
«Ο Ουάσιγκτον, ο Τζέφερσον, ο Άνταμς και άλλοι όταν συνέτασσαν το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών στα 1787 – που ισχύει με μερικές νέες παραγράφους, που ψηφίστηκαν για προσαρμογή στις νέες εξελίξεις, μέχρι σήμερα στον αρχικό κορμό του – είχαν προτείνει η γλώσσα του νέου κράτους να είναι η αρχαία ελληνική, προς τιμή της γλώσσας του Έθνους εκείνου, που πρώτο γέννησε και ελίκνισε τη Δημοκρατία και τη διέδωσε στον κόσμο. Για μία ψήφο μόνο προκρίθηκε και υιοθετήθηκε τελικά η αγγλική αντί της αρχαίας ελληνικής».
Η αλήθεια είναι ότι καμιά τέτοια ψηφοφορία δεν έχει γίνει,· ούτε για τα ελληνικά, ούτε για καμιά άλλη γλώσσα. Τα πρακτικά και τα άλλα επίσημα κείμενα του Κογκρέσου των Ηνωμένων Πολιτειών υπάρχουν στη διάθεση του καθενός και καμιά ψηφοφορία δεν καταγράφεται για την ανάδειξη επίσημης γλώσσας.
Στην πραγματικότητα, πουθενά στο Σύνταγμα των ΗΠΑ ή σε άλλο θεσμικό ή νομοθετικό κείμενο της χώρας δεν υπάρχει ορισμός επίσημης γλώσσας. Τα αγγλικά είναι η εκ των πραγμάτων επίσημη γλώσσα, αλλά δεν έχουν θεσμική κατοχύρωση. Πιο σωστά: δεν έχουν μέχρι στιγμής, τουλάχιστον, διότι, όπως ίσως θα έχετε ακούσει, στις μέρες μας όντως υπάρχουν προτάσεις να κατοχυρωθούν θεσμικά τα αγγλικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, σαν ανάχωμα στη δημογραφική άνοδο των ισπανόφωνων.
Με το όλο θέμα έχει ασχοληθεί εκτενώς ο συγγραφέας λογοτέχνης και μεταφραστής Νίκος Σαραντάκος, ενώ η ιστορία έχει λάβει πια διαστάσεις μύθου και στην ελληνική Wikipedia.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Σαραντάκος, «ακόμα κι αν μια πλειοψηφία αιθεροβαμόνων φιλελλήνων στο Κογκρέσο ψήφιζε να γίνουν τα ελληνικά επίσημη γλώσσα, θα ήταν εντελώς αδύνατο να επικρατήσει κάτι τέτοιο στην πράξη, αφού τα ελληνικά ήταν πέρα για πέρα άγνωστα σε όλους τους Αμερικανούς πολίτες. Την εποχή εκείνη οι Έλληνες μετανάστες ήταν ελάχιστοι».
Στη Wikipedia αναφέρεται ότι σύμφωνα με τους τοπικούς μύθους «την καθοριστική ψηφοφορία έχουν χάσει και τα γαλλικά και τα εβραϊκά, τα πρώτα προτεινόμενα ως η γλώσσα του “ορθού λόγου”, ενώ τα δεύτερα ως η γλώσσα που δήθεν επιλέχθηκε για την συγγραφή της Παλαιάς Διαθήκης!»
Ομοίως, καμία ψηφοφορία δεν διενεργήθηκε ποτέ για την εκλογή της γλώσσας που θα χρησιμοποιείται διεθνώς.
Η μοναδική ψηφοφορία που έγινε στις ΗΠΑ για γλωσσικό θέμα ήταν αυτή του 1795, όταν μια ομάδα Γερμανών που ζούσαν στην πολιτεία Βιρτζίνια υπέβαλε στο Κογκρέσο αναφορά, ζητώντας να μεταφράζονται οι ομοσπονδιακοί νόμοι στα γερμανικά.
Ο λόγος είναι ότι στις νεοσύστατες Ηνωμένες Πολιτείες, υπήρχαν πολλοί γερμανικής καταγωγής πολίτες που δεν ήξεραν αγγλικά ή ήξεραν ελάχιστα (στην απογραφή του 2000 περίπου 45 εκατομμύρια πολίτες των ΗΠΑ δηλώσαν γερμανική καταγωγή).
Η πρόταση αυτή συζητήθηκε στο Κογκρέσο στις 13 Ιανουαρίου 1795 και εν τέλει τέθηκε σε ψηφοφορία η μετάφραση στα γερμανικά του κειμένου των ομοσπονδιακών νόμων για τους πολίτες που δεν καταλάβαιναν αγγλικά. Από εκεί προέκυψε πιθανότατα η περίφημη διαφορά της μίας ψήφου, καθώς το αποτέλεσμα ήταν 42-41 κατά της μετάφρασης των νόμων στα γερμανικά!
Πρόεδρος του Σώματος ήταν ο γερμανικής καταγωγής Φρέντερικ Μούλενμπεργκ, ο οποίος λόγω της ιδιότητας του (ήταν συνηθισμένο να μην ψηφίζει ο Πρόεδρος του Σώματος) αρνήθηκε να ψηφίσει υπέρ. Κι έτσι γεννήθηκε ο μύθος του Μούλενμπεργκ, που κατά πως φαίνεται «παραφράστηκε» σε Ελλάδα, Γαλλία και Ισραήλ.