Φόβος, οργή, θυμός, απογοήτευση, δύναμη. Αυτή είναι η ιστορία της ζωής μου.
Όλα ξεκίνησαν όταν ήμουν περίπου 12 ετών. Ένιωσα ένα χέρι να αγγίζει τα γεννητικά μου όργανα ενώ κοιμόμουν. Ξύπνησα στη μέση της νύχτας και είδα κάτι που με συγκλόνισε και με κατατρέχει όλη μου τη ζωή. Τον πατέρα μου!
Ξέρω ότι είναι δύσκολο για ορισμένους από εσάς να το δεχτείτε. Δοκίμασα κι εγώ να αποφύγω την αλήθεια πιστεύοντας ότι ήταν η φαντασία μου. Πίστευα ότι το είδα στον ύπνο μου ή έγινε κατά λάθος. Μια νύχτα όμως, τα πράγματα ξέφυγαν από τον έλεγχο. Με βίασε. Μου αρκούσε για να καταλάβω ότι δεν ήμουν ασφαλής στο σπίτι μου.
Το επόμενο πρωί έχωσα δυο ρούχα σε μια βαλιτσούλα και έφυγα από το σπίτι. Είχα μόνο 20 ευρώ στην τσέπη μου και δεν ήξερα πού να πάω. Κατέληξα να καπνίζω μαζί με κάτι γυμνασιάκια που είχαν πάρει από καιρό τον κακό το δρόμο. Ήταν η πρώτη φορά που κάπνιζα. Ήμουν μόλις 12 ετών και δεν είχα κανέναν ή πουθενά να πάω.
Στο τέλος πήγα στο σπίτι μιας φίλης μου και της είπα το λόγο, για τον οποίο είχα φύγει από το σπίτι μου. Αυτή και η μητέρα της με ενθάρρυναν να πω την αλήθεια στη μητέρα μου.
Εκείνη φάνηκε να με πιστεύει και μάλιστα έκανε το ίδιο βράδυ μια μεγάλη συζήτηση με τον πατέρα μου χωρίς όμως να ξέρω τί λένε. Το επόμενο πρωί μου είπε ότι μάλλον είχα μπερδευτεί και είχα παρεξηγήσει κάτι άλλο που έκανε και ότι ποτέ δεν θα μου έκανε κακό! Έχασα κάθε ελπίδα!
Είπα στους φίλους μου όλα όσα συνέβησαν και συζητήσαμε επίσης το θέμα με ένα άλλο παιδί, που ήταν μεγαλύτερό μας. Μου εξήγησε ότι δεν μπορούσα να φύγω από το σπίτι μέχρι να γίνω 18. Μακάρι να μην τον είχα ακούσει και να τον είχα καταγγείλει.
Πέρασα τα επόμενα 6 χρόνια να περιμένω να γίνω 18. Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ήμουν 16 ετών, ο μπαμπάς μου γύρισε σπίτι αργά μια νύχτα. Νόμιζε ότι η μαμά μου κοιμόταν και μπήκε στο δωμάτιό μου. Αλλά η μαμά μου ήταν ξύπνια και τον είδε να με αγγίζει. Έγινε Ο χαμός εκείνο το βράδυ.
Η μαμά μου υπέβαλε αίτηση διαζυγίου και ο μπαμπάς μου συμφώνησε χωρίς αντίσταση επειδή τον απείλησε ότι αν δεν της έδινε την πλήρη και αποκλειστική επιμέλεια και των 3 παιδιών τους, θα τον έσερνε στα δικαστήρια.
Μετά το διαζύγιο, η μαμά μου δεν τον άφηνε να μας πλησιάσει ούτε στο χιλιόμετρο, γιατί ήξερε τί ήταν ικανός να κάνει. Ούτε όμως και οι οικογενειακοί μας φίλοι τον δέχονταν σπίτια τους. Κάποιος που ήταν ικανός να κάνει κάτι τόσο φοβερό στην ίδια του την κόρη, φαντάσου τι ήταν ικανός να κάνει σε κάποιο άλλο παιδάκι.
Το σπίτι που μέναμε, ανήκε στη μαμά μου. Ο μπαμπάς μου της ζήτησε συγνώμη εκατοντάδες φορές και την παρακαλούσε να τον αφήσει να μείνει μαζί μας. Ο αδελφός μου και η αδελφή μου, που ήταν πιο μικροί για να καταλάβουν τί είχε συμβεί, προσπαθούσαν να πείσουν τη μητέρα μου.
Τελικά, η μαμά μου τον συγχώρεσε και τον άφησε να γυρίσει σπίτι. Δεν ήταν ποτέ αδύναμη σαν χαρακτήρας. Στην πραγματικότητα, ήταν ισχυρή και ανεξάρτητη και δεν ξέρω πώς δέχτηκε να τον ξαναβάλει σπίτι της μετά από ό, τι έγινε.
Μετά από καιρό, άρχισα να βγαίνω με ένα αγόρι. Δεν τον αγαπούσα. Ήθελα απλώς να απεγκλωβιστώ από την αρρωστημένη κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι. Καθώς μεγάλωνα η μητέρα μου γινόταν όλο και πιο αυστηρή μαζί μου. Δεν με άφηνε να έχω κινητό, ενώ όλοι οι φίλοι μου είχαν ένα. Δεν μου επέτρεπε να βγαίνω με τους φίλους μου και όταν έμαθε για τη σχέση μου, με έδειρε, με έβρισε με τα χειρότερα λόγια και μου απαγόρευσε να βγαίνω για κάμποσες εβδομάδες.
Ήξερα ότι προσπαθούσε να με προστατεύσει από τη γειτονιά, που έτοιμη ήτανε να στο βγάλει το κακό το όνομα, αλλά όταν είδα ότι έχασα το μοναδικό στήριγμα που είχα, άρχισα να καπνίζω πιο πολύ. Δεν κοίταγε τί γινόταν μες στο ίδιο της το σπίτι, τί θα πει ο κόσμος την ένοιαζε.
Τα χρόνια πέρασαν, ο πατέρας μου συνέχισε να ασελγεί πάνω μου κατά διαστήματα, τελείωσα το σχολείο και έπιασα δουλειά. Επιτέλους είχε έρθει η ώρα να συνεχίσω τη ζωή μου και να φύγω μακριά.
Παρόλο που εργαζόμουν και είχα πια τα δικά μου χρήματα, η μάνα μου δεν με άφηνε να έχω κινητό. Φοβόταν τους «γκόμενους», πάντα έτσι έλεγε. Συνέχισα να μένω μαζί τους για ένα χρόνο ακόμη και πάντα έδινα όλο μου το μισθό κάθε μήνα στη μαμά μου. Δεν ήταν κανένα μεγάλο ποσό, αλλά δίνοντάς της το την έκανα ευτυχισμένη.
Όταν ήρθε η ώρα να μετακομίσω δεν είχα καθόλου λεφτά στην άκρη, αλλά ο Θεός με φώτισε. Της είπα ότι μου έκαναν μείωση στο μισθό μου και κάθε μήνα κράταγα ένα ποσό. Έτσι σιγά σιγά μπόρεσα να φύγω και να πιάσω το πρώτο μου διαμέρισμα.
Η μάνα μου, ωστόσο, βρήκε τρόπο να με ανακαλύψει και να με αναγκάσει να γυρίσω σπίτι. Υποσχέθηκε ότι ο μπαμπάς μου δεν θα έμενε μαζί μας, αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Στο τέλος κατέληξα να πουλήσω ό, τι είχα αγοράσει (έπιπλα, πίνακες, διακοσμητικά) κοψοχρονιά και να επιστρέψω σπίτι. Άρχισαν γρήγορα οι τσακωμοί γιατί ο πατέρας μου εξακολουθούσε να μένει σπίτι και εγώ πάλι έφυγα φτου και απ’ την αρχή να βρω καινούργιο σπίτι να νοικιάσω και να αγοράσω τα απαραίτητα.
Αυτό δεν έγινε μια φορά. Συνεχίστηκε για άλλα 4 χρόνια. Μπρος πίσω, τα ίδια. Η κατάσταση ποτέ δεν άλλαζε. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ να κάνω τίποτα, αλλά ούτε και να συνεχίσω τη ζωή μου.
Μετά από λίγο γνωρίστηκα με έναν άντρα, τον οποίο παντρεύτηκα με συνοπτικές διαδικασίες. Ήθελα να τελειώνω με αυτό το χάος, που επικρατούσε σπίτι μου. Έπρεπε επιτέλους να ξεφύγω. Δεν είχα το χρόνο να γνωρίσω τον άντρα αυτόν καλύτερα, αλλά δεν με ένοιαζε, γιατί η αγάπη που μου έδειξε μέσα στο μικρό αυτό διάστημα ήταν αρκετή για να με πείσει.
Δυστυχώς, μετά το γάμο, ανακάλυψα ότι ήταν εθισμένος στο τζόγο. Είχε επίσης την πολύ κακή συνήθεια να με βρίζει και να με χτυπάει όταν είχε τα νεύρα του. Όταν έμεινα έγκυος, έπρεπε να σταματήσω τη δουλειά μου (και πληρωνόμουν και καλά) για να βοηθήσω την πεθερά μου που είχε ένα σοβαρό ατύχημα και έπρεπε να μείνει ένα διάστημα στο κρεβάτι. Η σχέση μας πίστευα ότι ήταν καλή. Προσπαθούσα πολύ άλλωστε να αποκτήσω μαζί τους το δέσιμο που δεν είχα με τους δικούς μου.
Τελικά έγινε καλά και όλα στην οικογένεια πήγαιναν καλά εκτός από τον άντρα μου ο οποίος συνέχισε να στοιχηματίζει χωρίς να του βγαίνει. Έχανε τεράστια ποσά και οι δικοί του αποφάσισαν να αναλάβουν δράση. Δηλαδή; Μας πέταξαν από το σπίτι.
Αρνήθηκα φυσικά. Με μια κοιλιά τούρλα και άντρα άφαντο, πού να πήγαινα; Η πεθερά μου άρχισε τον ψυχολογικό πόλεμο για να με αναγκάσει να μετακομίσω. Έδιωξε μια κοπέλα που είχε να τη βοηθάει με τις δουλειές του σπιτιού και έβαζε εμένα κάθε μέρα να κάνω τα πάντα.
Καθάριζα μπάνια, τουαλέτες, κουζίνες, έπλενα ρούχα, άπλωνα, έβαζα σκούπα και όλα αυτά στον 6ο μήνα. Κατά τη διάρκεια όλων αυτών, διαγνώστηκα με τυφοειδή πυρετό, αλλά η πεθερά μου δεν μου επέτρεψε να νοσηλευτώ.
Ήμουν στον 7ο μήνα πια της εγκυμοσύνης, όταν η υγεία μου επιδεινώθηκε. Ευτυχώς, ο σύζυγός μου πήρε θέση για πρώτη φορά στη ζωή του και με πήγε στο νοσοκομείο, όπου με κράτησαν ένα μήνα.
Εν τω μεταξύ όσο ήμουν στο νοσοκομείο, ο κουνιάδος μου ετοίμαζε το γάμο του, πράγμα που σήμαινε ότι εγώ και ο άντρας μου έπρεπε να αδειάσουμε το σπίτι για να μείνει εκείνος. Έβαλα τα δυνατά μου για να πείσω τους δικούς του να με αφήσουν να μείνω σπίτι τουλάχιστον μέχρι να γεννήσω. Μετά θα συνέχιζα τη δουλειά μου και θα έφευγα από το σπίτι.
Κανείς δεν δέχτηκε. Ακόμα και ο άντρας μου δεν πήρε θέση. Ακολουθούσε τυφλά τις εντολές της μητέρας του.
Με λίγα λόγια φύγαμε, μετακομίσαμε και έπιασα δουλειά με την κοιλιά ίσαμε εκεί πάνω. Όταν γέννησα έπρεπε αμέσως να ξαναπιάσω δουλειά γιατί πώς θα τα βγάζαμε πέρα αλλιώς; Ο τζόγος και οι καταχρήσεις του άντρα μου συνεχίζονταν, το ξύλο έπεφτε σύννεφο και η κατάσταση χειροτέρευε μέρα με τη μέρα. Ένα πρωί αποφάσισα ότι αυτό έπρεπε να σταματήσει. Πήρα την κόρη μου και έφυγα, αλλά που να πάω;
Δεν είχα άλλη επιλογή παρά να πάω στο σπίτι της μαμάς μου, το ίδιο σπίτι από το οποίο είχα κάποτε φύγει. Έμεινα εκεί για περίπου 5 μήνες μέχρι που ο αγαπητός μου σύζυγος επανεμφανίστηκε και ζήτησε συγγνώμη για τη συμπεριφορά του. Σκέφτηκα να του δώσω άλλη μια ευκαιρία όχι για άλλο λόγο, αλλά κυρίως γιατί ήταν μεγάλη η δυσφορία που ένιωθα στο σπίτι της μαμάς μου.
Από τη μία εκείνη έψαχνε τρόπους να με υποτιμήσει και να με προσβάλει και ο πατέρας μου καραδοκούσε πότε θα με βιάσει κι ας είχα το μωρό νεογέννητο δίπλα μου. Έτσι, επέστρεψα στο σύζυγό μου και προσπάθησα πολύ να τον απομακρύνω από τις κακές του συνήθειες.
Του έδωσα χρήματα δύο φορές για να ξεκινήσει μια επιχείρηση, αλλά ο εθισμός του στο τζόγο δεν τον άφηνε να κάνει κάτι στη ζωή του. Του πήρα μέχρι και ταξί μπας και συνεργαστεί με καμία από αυτές τις εταιρείες ραδιο-ιντερνετο-ταξί, αλλά προτιμούσε να τα παίζει όλα για όλα. Το οδήγησε λίγες μέρες και μετά δεν δίστασε να το παίξει στα χαρτιά.
Σήμερα η κόρη μου είναι 5 χρονών και έχω αναλάβει τα έξοδα και την αποκλειστική της φροντίδα. Δεν έχω ανάγκη κανέναν. Τη δουλειά μου την έχω και τα βγάζω πέρα μια χαρά μόνη μου. Επίσης, πληρώνω λίγα λίγα μπας και ξοφλήσω ποτέ το ταξί που πήρα στον άντρα μου και φροντίζω και την πεθερά μου που είναι άρρωστη γιατί ο γιος της είναι χωμένος κλασικά στις ρουλέτες, τους άσους και τα φρουτάκια.
Είναι μόλις 3 μήνες που το πήρα απόφαση να ξεφύγω και να αποστασιοποιηθώ. Ο εθισμός του σε Πάρνηθα και Λουτράκι (όχι, δεν παραθερίζει δυστυχώς) και η βίαιη συμπεριφορά του αυξάνονταν μέρα με τη μέρα.
Μένω κοντά στη μάνα μου, η οποία ακόμα προσπαθεί να μου καταστρέψει τη ζωή, αλλά τη χρειάζομαι κοντά μου γιατί αγαπάει τη μικρή και την κρατάει όσο λείπω για δουλειά. Ο πατέρας μου ευτυχώς δεν ζει. Να καίγεται για πάντα στα καζάνια της κόλασης του εύχομαι!
Η μάνα μου και ο αδερφός μου εν τω μεταξύ, που είναι σήμερα 18 ετών, δεν με αφήνουν να υποβάλω αίτηση διαζυγίου επειδή δεν θέλουν, λένε, να ντρέπονται να βγουν έξω. Αντί 18 ετών μαντράχαλος να σκεφτεί τί γινόταν και να με ενθαρρύνει να ξεφύγω μια ώρα αρχύτερα από τον άντρα μου, επικροτούσε τις αναχρονιστικές απόψεις της μάνας μου, η οποία του έλεγε ότι τώρα που είναι ενήλικας, ανήκει σε αυτόν το σπίτι λόγω του ότι είναι το μόνο αγόρι της οικογένειας, άρα το παίρνει προίκα, οπότε μπορεί να κάνει μέσα στο σπίτι του ό, τι θέλει.
Η μικρότερη αδερφή μου τελείωσε τις σπουδές της και έφυγε για Αμερική με τον άντρα της. Λίγο αφού φτάσανε, υπέβαλε ξαφνικά αίτηση διαζυγίου, αλλά χωρίς να ξέρει κανείς το λόγο, όλοι υποστήριξαν την απόφασή της.
Δεν τολμώ να ρωτήσω κάτι για την αδερφή μου και αμέσως όλοι πέφτουν να με φάνε ότι τη ζηλεύω επειδή μένει στο εξωτερικό.
Γιατί σας τα γράφω όλα αυτά; Αποφάσισα να επιστρέψω στο σπίτι του συζύγου μου. Θα προσπαθήσω για μία τελευταία φορά να κάνω τα πράγματα καλύτερα. Εάν τα καταφέρω καλώς, αλλιώς υπάρχει και plan B.
Δεν πρόκειται να κάνω κανένα βιαστικό βήμα. Αν γίνει άνθρωπος, έγινε, αλλιώς τέρμα. Η μαμά μου εξακολουθεί να κρατάει τη μικρή και εγώ κρατάω όσες πιο πολλές αποστάσεις μπορώ. Χρειάζομαι κάποιον που να τη φροντίζει ενώ πηγαίνω στη δουλειά.
Ελπίζω ακόμα ότι μια μέρα ο Θεός θα με φωτίσει και θα ξεφύγω οριστικά από αυτό το χάλι. Εξάλλου δεν λένε ότι το φως νικάει πάντα το σκοτάδι;
Φωτεινή
Όλα ξεκίνησαν όταν ήμουν περίπου 12 ετών. Ένιωσα ένα χέρι να αγγίζει τα γεννητικά μου όργανα ενώ κοιμόμουν. Ξύπνησα στη μέση της νύχτας και είδα κάτι που με συγκλόνισε και με κατατρέχει όλη μου τη ζωή. Τον πατέρα μου!
Ξέρω ότι είναι δύσκολο για ορισμένους από εσάς να το δεχτείτε. Δοκίμασα κι εγώ να αποφύγω την αλήθεια πιστεύοντας ότι ήταν η φαντασία μου. Πίστευα ότι το είδα στον ύπνο μου ή έγινε κατά λάθος. Μια νύχτα όμως, τα πράγματα ξέφυγαν από τον έλεγχο. Με βίασε. Μου αρκούσε για να καταλάβω ότι δεν ήμουν ασφαλής στο σπίτι μου.
Το επόμενο πρωί έχωσα δυο ρούχα σε μια βαλιτσούλα και έφυγα από το σπίτι. Είχα μόνο 20 ευρώ στην τσέπη μου και δεν ήξερα πού να πάω. Κατέληξα να καπνίζω μαζί με κάτι γυμνασιάκια που είχαν πάρει από καιρό τον κακό το δρόμο. Ήταν η πρώτη φορά που κάπνιζα. Ήμουν μόλις 12 ετών και δεν είχα κανέναν ή πουθενά να πάω.
Στο τέλος πήγα στο σπίτι μιας φίλης μου και της είπα το λόγο, για τον οποίο είχα φύγει από το σπίτι μου. Αυτή και η μητέρα της με ενθάρρυναν να πω την αλήθεια στη μητέρα μου.
Εκείνη φάνηκε να με πιστεύει και μάλιστα έκανε το ίδιο βράδυ μια μεγάλη συζήτηση με τον πατέρα μου χωρίς όμως να ξέρω τί λένε. Το επόμενο πρωί μου είπε ότι μάλλον είχα μπερδευτεί και είχα παρεξηγήσει κάτι άλλο που έκανε και ότι ποτέ δεν θα μου έκανε κακό! Έχασα κάθε ελπίδα!
Είπα στους φίλους μου όλα όσα συνέβησαν και συζητήσαμε επίσης το θέμα με ένα άλλο παιδί, που ήταν μεγαλύτερό μας. Μου εξήγησε ότι δεν μπορούσα να φύγω από το σπίτι μέχρι να γίνω 18. Μακάρι να μην τον είχα ακούσει και να τον είχα καταγγείλει.
Πέρασα τα επόμενα 6 χρόνια να περιμένω να γίνω 18. Λίγα χρόνια αργότερα, όταν ήμουν 16 ετών, ο μπαμπάς μου γύρισε σπίτι αργά μια νύχτα. Νόμιζε ότι η μαμά μου κοιμόταν και μπήκε στο δωμάτιό μου. Αλλά η μαμά μου ήταν ξύπνια και τον είδε να με αγγίζει. Έγινε Ο χαμός εκείνο το βράδυ.
Η μαμά μου υπέβαλε αίτηση διαζυγίου και ο μπαμπάς μου συμφώνησε χωρίς αντίσταση επειδή τον απείλησε ότι αν δεν της έδινε την πλήρη και αποκλειστική επιμέλεια και των 3 παιδιών τους, θα τον έσερνε στα δικαστήρια.
Μετά το διαζύγιο, η μαμά μου δεν τον άφηνε να μας πλησιάσει ούτε στο χιλιόμετρο, γιατί ήξερε τί ήταν ικανός να κάνει. Ούτε όμως και οι οικογενειακοί μας φίλοι τον δέχονταν σπίτια τους. Κάποιος που ήταν ικανός να κάνει κάτι τόσο φοβερό στην ίδια του την κόρη, φαντάσου τι ήταν ικανός να κάνει σε κάποιο άλλο παιδάκι.
Το σπίτι που μέναμε, ανήκε στη μαμά μου. Ο μπαμπάς μου της ζήτησε συγνώμη εκατοντάδες φορές και την παρακαλούσε να τον αφήσει να μείνει μαζί μας. Ο αδελφός μου και η αδελφή μου, που ήταν πιο μικροί για να καταλάβουν τί είχε συμβεί, προσπαθούσαν να πείσουν τη μητέρα μου.
Τελικά, η μαμά μου τον συγχώρεσε και τον άφησε να γυρίσει σπίτι. Δεν ήταν ποτέ αδύναμη σαν χαρακτήρας. Στην πραγματικότητα, ήταν ισχυρή και ανεξάρτητη και δεν ξέρω πώς δέχτηκε να τον ξαναβάλει σπίτι της μετά από ό, τι έγινε.
Μετά από καιρό, άρχισα να βγαίνω με ένα αγόρι. Δεν τον αγαπούσα. Ήθελα απλώς να απεγκλωβιστώ από την αρρωστημένη κατάσταση που επικρατούσε στο σπίτι. Καθώς μεγάλωνα η μητέρα μου γινόταν όλο και πιο αυστηρή μαζί μου. Δεν με άφηνε να έχω κινητό, ενώ όλοι οι φίλοι μου είχαν ένα. Δεν μου επέτρεπε να βγαίνω με τους φίλους μου και όταν έμαθε για τη σχέση μου, με έδειρε, με έβρισε με τα χειρότερα λόγια και μου απαγόρευσε να βγαίνω για κάμποσες εβδομάδες.
Ήξερα ότι προσπαθούσε να με προστατεύσει από τη γειτονιά, που έτοιμη ήτανε να στο βγάλει το κακό το όνομα, αλλά όταν είδα ότι έχασα το μοναδικό στήριγμα που είχα, άρχισα να καπνίζω πιο πολύ. Δεν κοίταγε τί γινόταν μες στο ίδιο της το σπίτι, τί θα πει ο κόσμος την ένοιαζε.
Τα χρόνια πέρασαν, ο πατέρας μου συνέχισε να ασελγεί πάνω μου κατά διαστήματα, τελείωσα το σχολείο και έπιασα δουλειά. Επιτέλους είχε έρθει η ώρα να συνεχίσω τη ζωή μου και να φύγω μακριά.
Παρόλο που εργαζόμουν και είχα πια τα δικά μου χρήματα, η μάνα μου δεν με άφηνε να έχω κινητό. Φοβόταν τους «γκόμενους», πάντα έτσι έλεγε. Συνέχισα να μένω μαζί τους για ένα χρόνο ακόμη και πάντα έδινα όλο μου το μισθό κάθε μήνα στη μαμά μου. Δεν ήταν κανένα μεγάλο ποσό, αλλά δίνοντάς της το την έκανα ευτυχισμένη.
Όταν ήρθε η ώρα να μετακομίσω δεν είχα καθόλου λεφτά στην άκρη, αλλά ο Θεός με φώτισε. Της είπα ότι μου έκαναν μείωση στο μισθό μου και κάθε μήνα κράταγα ένα ποσό. Έτσι σιγά σιγά μπόρεσα να φύγω και να πιάσω το πρώτο μου διαμέρισμα.
Η μάνα μου, ωστόσο, βρήκε τρόπο να με ανακαλύψει και να με αναγκάσει να γυρίσω σπίτι. Υποσχέθηκε ότι ο μπαμπάς μου δεν θα έμενε μαζί μας, αλλά αυτό δεν συνέβη ποτέ. Στο τέλος κατέληξα να πουλήσω ό, τι είχα αγοράσει (έπιπλα, πίνακες, διακοσμητικά) κοψοχρονιά και να επιστρέψω σπίτι. Άρχισαν γρήγορα οι τσακωμοί γιατί ο πατέρας μου εξακολουθούσε να μένει σπίτι και εγώ πάλι έφυγα φτου και απ’ την αρχή να βρω καινούργιο σπίτι να νοικιάσω και να αγοράσω τα απαραίτητα.
Αυτό δεν έγινε μια φορά. Συνεχίστηκε για άλλα 4 χρόνια. Μπρος πίσω, τα ίδια. Η κατάσταση ποτέ δεν άλλαζε. Δεν μπορούσα να συγκεντρωθώ να κάνω τίποτα, αλλά ούτε και να συνεχίσω τη ζωή μου.
Μετά από λίγο γνωρίστηκα με έναν άντρα, τον οποίο παντρεύτηκα με συνοπτικές διαδικασίες. Ήθελα να τελειώνω με αυτό το χάος, που επικρατούσε σπίτι μου. Έπρεπε επιτέλους να ξεφύγω. Δεν είχα το χρόνο να γνωρίσω τον άντρα αυτόν καλύτερα, αλλά δεν με ένοιαζε, γιατί η αγάπη που μου έδειξε μέσα στο μικρό αυτό διάστημα ήταν αρκετή για να με πείσει.
Δυστυχώς, μετά το γάμο, ανακάλυψα ότι ήταν εθισμένος στο τζόγο. Είχε επίσης την πολύ κακή συνήθεια να με βρίζει και να με χτυπάει όταν είχε τα νεύρα του. Όταν έμεινα έγκυος, έπρεπε να σταματήσω τη δουλειά μου (και πληρωνόμουν και καλά) για να βοηθήσω την πεθερά μου που είχε ένα σοβαρό ατύχημα και έπρεπε να μείνει ένα διάστημα στο κρεβάτι. Η σχέση μας πίστευα ότι ήταν καλή. Προσπαθούσα πολύ άλλωστε να αποκτήσω μαζί τους το δέσιμο που δεν είχα με τους δικούς μου.
Τελικά έγινε καλά και όλα στην οικογένεια πήγαιναν καλά εκτός από τον άντρα μου ο οποίος συνέχισε να στοιχηματίζει χωρίς να του βγαίνει. Έχανε τεράστια ποσά και οι δικοί του αποφάσισαν να αναλάβουν δράση. Δηλαδή; Μας πέταξαν από το σπίτι.
Αρνήθηκα φυσικά. Με μια κοιλιά τούρλα και άντρα άφαντο, πού να πήγαινα; Η πεθερά μου άρχισε τον ψυχολογικό πόλεμο για να με αναγκάσει να μετακομίσω. Έδιωξε μια κοπέλα που είχε να τη βοηθάει με τις δουλειές του σπιτιού και έβαζε εμένα κάθε μέρα να κάνω τα πάντα.
Καθάριζα μπάνια, τουαλέτες, κουζίνες, έπλενα ρούχα, άπλωνα, έβαζα σκούπα και όλα αυτά στον 6ο μήνα. Κατά τη διάρκεια όλων αυτών, διαγνώστηκα με τυφοειδή πυρετό, αλλά η πεθερά μου δεν μου επέτρεψε να νοσηλευτώ.
Ήμουν στον 7ο μήνα πια της εγκυμοσύνης, όταν η υγεία μου επιδεινώθηκε. Ευτυχώς, ο σύζυγός μου πήρε θέση για πρώτη φορά στη ζωή του και με πήγε στο νοσοκομείο, όπου με κράτησαν ένα μήνα.
Εν τω μεταξύ όσο ήμουν στο νοσοκομείο, ο κουνιάδος μου ετοίμαζε το γάμο του, πράγμα που σήμαινε ότι εγώ και ο άντρας μου έπρεπε να αδειάσουμε το σπίτι για να μείνει εκείνος. Έβαλα τα δυνατά μου για να πείσω τους δικούς του να με αφήσουν να μείνω σπίτι τουλάχιστον μέχρι να γεννήσω. Μετά θα συνέχιζα τη δουλειά μου και θα έφευγα από το σπίτι.
Κανείς δεν δέχτηκε. Ακόμα και ο άντρας μου δεν πήρε θέση. Ακολουθούσε τυφλά τις εντολές της μητέρας του.
Με λίγα λόγια φύγαμε, μετακομίσαμε και έπιασα δουλειά με την κοιλιά ίσαμε εκεί πάνω. Όταν γέννησα έπρεπε αμέσως να ξαναπιάσω δουλειά γιατί πώς θα τα βγάζαμε πέρα αλλιώς; Ο τζόγος και οι καταχρήσεις του άντρα μου συνεχίζονταν, το ξύλο έπεφτε σύννεφο και η κατάσταση χειροτέρευε μέρα με τη μέρα. Ένα πρωί αποφάσισα ότι αυτό έπρεπε να σταματήσει. Πήρα την κόρη μου και έφυγα, αλλά που να πάω;
Δεν είχα άλλη επιλογή παρά να πάω στο σπίτι της μαμάς μου, το ίδιο σπίτι από το οποίο είχα κάποτε φύγει. Έμεινα εκεί για περίπου 5 μήνες μέχρι που ο αγαπητός μου σύζυγος επανεμφανίστηκε και ζήτησε συγγνώμη για τη συμπεριφορά του. Σκέφτηκα να του δώσω άλλη μια ευκαιρία όχι για άλλο λόγο, αλλά κυρίως γιατί ήταν μεγάλη η δυσφορία που ένιωθα στο σπίτι της μαμάς μου.
Από τη μία εκείνη έψαχνε τρόπους να με υποτιμήσει και να με προσβάλει και ο πατέρας μου καραδοκούσε πότε θα με βιάσει κι ας είχα το μωρό νεογέννητο δίπλα μου. Έτσι, επέστρεψα στο σύζυγό μου και προσπάθησα πολύ να τον απομακρύνω από τις κακές του συνήθειες.
Του έδωσα χρήματα δύο φορές για να ξεκινήσει μια επιχείρηση, αλλά ο εθισμός του στο τζόγο δεν τον άφηνε να κάνει κάτι στη ζωή του. Του πήρα μέχρι και ταξί μπας και συνεργαστεί με καμία από αυτές τις εταιρείες ραδιο-ιντερνετο-ταξί, αλλά προτιμούσε να τα παίζει όλα για όλα. Το οδήγησε λίγες μέρες και μετά δεν δίστασε να το παίξει στα χαρτιά.
Σήμερα η κόρη μου είναι 5 χρονών και έχω αναλάβει τα έξοδα και την αποκλειστική της φροντίδα. Δεν έχω ανάγκη κανέναν. Τη δουλειά μου την έχω και τα βγάζω πέρα μια χαρά μόνη μου. Επίσης, πληρώνω λίγα λίγα μπας και ξοφλήσω ποτέ το ταξί που πήρα στον άντρα μου και φροντίζω και την πεθερά μου που είναι άρρωστη γιατί ο γιος της είναι χωμένος κλασικά στις ρουλέτες, τους άσους και τα φρουτάκια.
Είναι μόλις 3 μήνες που το πήρα απόφαση να ξεφύγω και να αποστασιοποιηθώ. Ο εθισμός του σε Πάρνηθα και Λουτράκι (όχι, δεν παραθερίζει δυστυχώς) και η βίαιη συμπεριφορά του αυξάνονταν μέρα με τη μέρα.
Μένω κοντά στη μάνα μου, η οποία ακόμα προσπαθεί να μου καταστρέψει τη ζωή, αλλά τη χρειάζομαι κοντά μου γιατί αγαπάει τη μικρή και την κρατάει όσο λείπω για δουλειά. Ο πατέρας μου ευτυχώς δεν ζει. Να καίγεται για πάντα στα καζάνια της κόλασης του εύχομαι!
Η μάνα μου και ο αδερφός μου εν τω μεταξύ, που είναι σήμερα 18 ετών, δεν με αφήνουν να υποβάλω αίτηση διαζυγίου επειδή δεν θέλουν, λένε, να ντρέπονται να βγουν έξω. Αντί 18 ετών μαντράχαλος να σκεφτεί τί γινόταν και να με ενθαρρύνει να ξεφύγω μια ώρα αρχύτερα από τον άντρα μου, επικροτούσε τις αναχρονιστικές απόψεις της μάνας μου, η οποία του έλεγε ότι τώρα που είναι ενήλικας, ανήκει σε αυτόν το σπίτι λόγω του ότι είναι το μόνο αγόρι της οικογένειας, άρα το παίρνει προίκα, οπότε μπορεί να κάνει μέσα στο σπίτι του ό, τι θέλει.
Η μικρότερη αδερφή μου τελείωσε τις σπουδές της και έφυγε για Αμερική με τον άντρα της. Λίγο αφού φτάσανε, υπέβαλε ξαφνικά αίτηση διαζυγίου, αλλά χωρίς να ξέρει κανείς το λόγο, όλοι υποστήριξαν την απόφασή της.
Δεν τολμώ να ρωτήσω κάτι για την αδερφή μου και αμέσως όλοι πέφτουν να με φάνε ότι τη ζηλεύω επειδή μένει στο εξωτερικό.
Γιατί σας τα γράφω όλα αυτά; Αποφάσισα να επιστρέψω στο σπίτι του συζύγου μου. Θα προσπαθήσω για μία τελευταία φορά να κάνω τα πράγματα καλύτερα. Εάν τα καταφέρω καλώς, αλλιώς υπάρχει και plan B.
Δεν πρόκειται να κάνω κανένα βιαστικό βήμα. Αν γίνει άνθρωπος, έγινε, αλλιώς τέρμα. Η μαμά μου εξακολουθεί να κρατάει τη μικρή και εγώ κρατάω όσες πιο πολλές αποστάσεις μπορώ. Χρειάζομαι κάποιον που να τη φροντίζει ενώ πηγαίνω στη δουλειά.
Ελπίζω ακόμα ότι μια μέρα ο Θεός θα με φωτίσει και θα ξεφύγω οριστικά από αυτό το χάλι. Εξάλλου δεν λένε ότι το φως νικάει πάντα το σκοτάδι;
Φωτεινή