Στις προσεχείς προεδρικές εκλογές της Τουρκίας ο νικητής θα είναι ο απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού συστήματος ενώ ο ηττημένος χάνει τα πάντα. Έχοντας αυτό κατά νου ο Ερντογάν επέλεξε να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο του 2018 προτιμώντας να διαμορφώσει εκείνος τις εξελίξεις παρά να τρέχει πίσω από αυτές προσπαθώντας να προσαρμοσθεί. Η επιλογή είναι απολύτως ορθολογική για τους ακόλουθους λόγους:
Οικονομία της χώρας: ο βασικός παράγοντας επιτυχίας του Ερντογάν όλα αυτά τα χρόνια είναι η θαυμαστή ανάπτυξη της τουρκικής οικονομίας. Από το 2002 που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας του, η οικονομία εκτινάχθηκε κατά 74%. Η συνεχής οικονομική ανάπτυξη (που μερικές χρονιές έφτανε επίπεδα Κίνας) επέτρεψε στους ψηφοφόρους να παραβλέπουν αρχικώς τη διαφθορά του καθεστώτος και στη συνέχεια τον απολυταρχικό μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος. Τα σημάδια, όμως, των τελευταίων μηνών δείχνουν ότι τα πράγματα δεν πάνε καλά. Η τουρκική λίρα κατρακυλά έναντι των ξένων νομισμάτων, ο πληθωρισμός ανεβαίνει ενώ η ανάπτυξη βασίζεται πλέον κυρίως στην κατανάλωση. Είναι προφανές ότι ο Ερντογάν φοβάται σοβαρή επιδείνωση των οικονομικών δεικτών προς το φθινόπωρο του 2018.
Εθνικιστικός οίστρος λόγω του Αφρίν: Η σχετικά γρήγορη κατάληψη της συριακής πόλεως Αφρίν από τον τουρκικό στρατό, έχει δημιουργήσει εθνικιστικό οίστρο στην Τουρκία. Δύσκολα όμως, η Τουρκία θα μπορέσει να συνεχίσει τις επιθετικές κινήσεις έναντι των Κούρδων διότι κινδυνεύει να έλθει σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ. Την ίδια περίοδο Δύση και Ρωσία πιέζουν την Άγκυρανα επιλέξει στρατόπεδο. Ο Ερντογάν επιθυμεί να εκμεταλλευθεί τα συναισθήματα του κόσμου ενόσω είναι ακόμη νωπές οι μνήμες των επιτυχιών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων διότι οι επόμενοι μήνες στο Συριακό προβλέπονται δύσκολοι.
Κατάσταση εκτάκτου ανάγκης: Από το αποτυχημένο πραξικόπημα του Ιουλίου 2016 η χώρα βρίσκεται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και ο Ερντογάν συγκεντρώνει στα χέρια του υπερεξουσίες. Την ημέρα που ανακοινώθηκαν οι εκλογές έγινε και η έβδομη κατά σειράν παράταση της καταστάσεως εκτάκτου ανάγκης για ακόμη τρεις μήνες. Αυτό σημαίνει ότι η Τουρκία θα πάει σε εκλογές ενώ θα συνεχίζει να βρίσκεται σε αυτό το καθεστώς. Εάν οι εκλογές γίνονταν, όπως ήταν προγραμματισμένο, το φθινόπωρο του 2019, ο Ερντογάν θα έπρεπε να παρατείνει έξι ακόμη φορές το καθεστώς εκτάκτου ανάγκης. Κάτι τέτοιο θα συγκέντρωνε έντονη κριτική από την αντιπολίτευση.
Κοινές πολιτικές και προεδρικές εκλογές πριν τις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 2019: Στις 24 Ιουνίου 2018 θα γίνουν παράλληλα προεδρικές και βουλευτικές εκλογές. Ο Ερντογάν θέλει να κινητοποιήσει υπέρ του όλο τον μηχανισμό του κυβερνώντος ΑΚΠ, αφού όλοι οι υποψήφιοι βουλευτές θα βγουν υποχρεωτικώς στις πόλεις και στα χωριά.
Επίσης αποφεύγει τον σκόπελο των δημοτικών εκλογών που είναι προγραμματισμένες για την άνοιξη του 2019. Υπενθυμίζεται ότι οι Ισλαμιστές ξεκίνησαν την ανοδική πορεία τους προς την εξουσία όταν στις δημοτικές εκλογές του 1994 εξελέγησαν δικοί τους δήμαρχοι σε μία σειρά από μεγάλες πόλεις της Τουρκίας. Μεταξύ αυτών ήταν και η Κωνσταντινούπολη όπου εξελέγη δήμαρχος ο ίδιος ο Ερντογάν. Εάν επαναληφθούν τα αποτελέσματα του δημοψηφίσματος του Απριλίου 2017, οι Ισλαμιστές θα χάσουν όλες τις μεγάλες πόλεις περιλαμβανομένης και της Κωνσταντινουπόλεως. Ο Ερντογάν δεν επιθυμεί να συρθεί σε προεδρικές εκλογές μετά από ένα τέτοιο ταπεινωτικό αποτέλεσμα.
Αποδιοργανωμένη αντιπολίτευση και η υποψηφιότητα της Ακσενέρ: Εδώ και μερικούς μήνες ο Ερντογάν έχει αρχίσει την προεκλογική του εκστρατεία. Μιλάει σε τρεις τουλάχιστον ανοιχτές προεκλογικές συγκεντρώσεις ανά εβδομάδα. Την ίδια περίοδο τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως είναι αποδιοργανωμένα. Οι Κεμαλικοί δεν έχουν ακόμη αποφασίσει ποιον θα υποστηρίξουν ως υποψήφιό τους στις εκλογές. Η μισή ηγεσία του φιλοκουρδικού κόμματος HDP είναι στη φυλακή, περιλαμβανομένου και του χαρισματικού ηγέτη του, Ντεμιρτάς. Μοναδική υποψηφιότητα που δείχνει να προβάλλει ως το αντίπαλο δέος είναι η πρώην βουλευτίς των Γκρίζων Λύκων Μερά Ακσενέρ.
Συγκεντρώνει ψήφους από εθνικιστές, κεμαλικούς και ήπιους ισλαμιστές. Είναι όμως αμφίβολο εάν θα μπορέσει να είναι υποψήφια. Ο τουρκικός εκλογικός νόμος ορίζει ότι ένα κόμμα επιτρέπεται να καταθέσει υποψηφιότητα για τις εκλογές έξι μήνες μετά το τέλος του ιδρυτικού του συνεδρίου. Η Άκσενέρ ολοκλήρωσε το ιδρυτικό συνέδριο του νέου της κόμματος (υπό την ονομασία “Καλό Κόμμα”) τον Φεβρουάριο. Επομένως μέχρι τα τέλη Αυγούστου είναι εκτός προεδρικής υποψηφιότητας. Αυτό, όμως είναι στην τελική κρίση της Κεντρικής Εφορευτικής Επιτροπής. Εναλλακτικώς, μπορεί κάποιος να κατέλθει υποψήφιος εάν συγκεντρώσει 100.000 υπογραφές. Υπό τις παρούσες συνθήκες ο Ερντογάν μπαίνει στον αγώνα περίπου μόνος του. Το μόνο του πρόβλημα είναι εάν δεν εξασφαλίσει το 50% συν μία ψήφο από τον πρώτο γύρο και υποχρεωθεί να πάει σε δεύτερο γύρο. Εκεί υπάρχει η πιθανότητα (μάλλον ισχνή) ο όποιος αντίπαλος του να κερδίσει συγκεντρώνοντας τις αντι-ερντογανικές ψήφους.
Οι πρόωρες εκλογές δεν αποτελούν μακροπρόθεσμα κακή είδηση για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις που βρίσκονται στο κόκκινο από τον Ιανουάριο. Για τον Ερντογάν τα δύο ορόσημα είναι η επανεκλογή του και το 2023 που συμπληρώνονται 100 χρόνια από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας. Μετά τις προεδρικές εκλογές για τις οποίες εμφανίζεται ως ο πλέον πιθανός νικητής, εικάζεται ότι μπορεί να κατεβάσει τους εθνικιστικούς τόνους. Υποτίθεται ότι ένας από τους λόγους που εμφανίζει επιθετικές διαθέσεις είναι για να μην αφήσει χώρο στην αντιπολίτευση να τον κατηγορήσει για ενδοτισμό. Απομένει να δούμε εάν θα ισχύσει και στην πράξη αυτή η πρόβλεψη. Το κακό είναι ότι για τους επόμενους δύο μήνες η κατάσταση θα είναι ακόμη πιο επικίνδυνη.
* O Αγγελος Συρίγος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο. kathimerini.gr