Στις 20 Αυγούστου, η Ελλάδα αναμένεται να "αποφοιτήσει" από το τρίτο διεθνές πρόγραμμα διάσωσης. Η χώρα συνεχίζει ωστόσο να κουβαλά ένα "βουνό" δημοσίου χρέους - κοντά στο 180% του ΑΕΠ της - και οι υπόλοιπες κυβερνήσεις της Ευρώπης εμφανίζονται διχασμένες όσον αφορά στο πόση επιπλέον ελάφρυνση να της παράσχουν, αναφέρει το πρακτορείο Bloomberg.
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο αρθρογράφος, Ferdinando Giugliano, χωρίς ένα σημαντικού μεγέθους πακέτο νέων παραχωρήσεων, το βάρος του χρέους για την Ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα πιθανό να καταστεί διαχειρίσιμο. Οι δανειστές ζητούν εξασφαλίσεις ότι η χώρα δεν θα επιστρέψει στο επίπεδο δαπανών που έφερε την οικονομία της στο χείλος της κατάρρευσης το 2009.
1. Είναι η οικονομία αρκετά ισχυρή ώστε να εξέλθει ομαλά από το πρόγραμμα;
Δεν είναι ξεκάθαρο. Μεταξύ 2008 και 2016, η ελληνική οικονομία έχασε το 28% του παραγόμενου προϊόντος της - μία από τις βαθύτερες υφέσεις στη σύγχρονη ιστορία. Τελευταία, ωστόσο, η οικονομία πηγαίνει καλύτερα. Το ΑΕΠ βρίσκεται σε πορεία αύξησης 1,9% για το 2018, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Οι επενδυτές αρχίζουν να αποκτούν ξανά εμπιστοσύνη, επιτρέποντας στην Αθήνα να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων, το επιτόκιο του 10ετούς ομολόγου έχει πέσει περίπου στο 4,5%. Ακόμη κι έτσι όμως, το ελληνικό χρέος δεν μοιάζει βιώσιμο μακροπρόθεσμα, κάτι που κάνει την ανάκαμψη της Ελλάδας εξαιρετικά εύθραυστη.
2. Γιατί η Ελλάδα χρειάστηκε τόσα προγράμματα στήριξης;
Η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ βοήθησαν την Ελλάδα με τρία διαδοχικά προγράμματα οικονομικής στήριξης (το 2010, το 2012 και το 2015), συνολικού ύψους άνω των 300 δισ. ευρώ, μολονότι το Ταμείο σταμάτησε να εκταμιεύει ρευστό μετά το δεύτερο πρόγραμμα και προσφέρει μόνο τεχνική βοήθεια.
Τα συγκεκριμένα προγράμματα δεν αποδείχθηκαν αρκετά. Αυτό συνέβη σε έναν βαθμό επειδή τα δύο πρώτα προγράμματα υποτίμησαν την επίδραση που θα είχαν οι αυξήσεις φόρων και η μείωση δαπανών στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, αλλά εν μέρει και επειδή οι ελληνικές κυβερνήσεις καθυστέρησαν τις προτεινόμενες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που θα διευκόλυναν την προσέλκυση επενδύσεων, όπως η μείωση της γραφειοκρατίας. Οι δανειστές πρόσφεραν ελάφρυνση χρέους ώστε να επιτευχθούν οι στόχοι, ωστόσο στο τέλος αυτή δεν αποδείχθηκε αρκετή.
3. Τι έχει κάνει η Ελλάδα για να αντιμετωπίσει τα δημοσιονομικά της?
Με πολλούς "γύρους" σφιξίματος του ζωναριού, η Ελλάδα βελτίωσε κατά πολύ την ισορροπία των δημοσιονομικών της, μολονότι αυτό παρέτεινε την ύφεση. Το 2009, η χώρα εμφάνισε έλλειμμα 15,8% του ΑΕΠ, ενώ το 2017 πρωτογενές πλεόνασμα 4,2%, με συνολικό πλεόνασμα στο 0,8% του ΑΕΠ.
Υπό την πίεση των δανειστών, η Ελλάδα έκανε ορισμένη πρόοδο και στο ζήτημα των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Αναδιοργάνωσε το εξαιρετικά αναποτελεσματικό φοροεισπρακτικό της σύστημα, ενώ έθεσε σε αναστολή τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας που αύξαναν το εργασιακό κόστος και υπονόμευαν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
4. Τι άλλο χρειάζεται να κάνει η Ελλάδα;
Σε πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, η πολιτική ηγεσία της Ελλάδας καλείται να προχωρήσει σε βελτίωση των διαδικασιών χρεοκοπίας, ώστε οι επιχειρήσεις οι οποίες αποτυγχάνουν να τερματίζουν τη δραστηριότητά τους με λιγότερο καταστροφικές συνέπειες. Καλείται επίσης να ξεκαθαρίσει το ρυθμιστικό πλαίσιο και να το εφαρμόσει με μεγαλύτερη διαφάνεια, καθώς και να προχωρήσει σε περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς. Η Ελλάδα θα μπορούσε επίσης να κάνει περισσότερα για να επιταχύνει τις νομικές - δικαστικές διαδικασίες που καθυστερούν τις επενδύσεις. Στην έκθεση υπάρχει τέλος αναφορά στην ανάγκη λήψης μέτρων για την αντιμετώπιση των αυξημένων επιπέδων φτώχειας, καθώς και των "κόκκινων” δανείων που αποτελούν βαρίδι για τις τράπεζες.
5. Είναι η Ευρώπη ενωμένη στο τι πρόκειται να γίνει;
Μάλλον όχι. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν αφαιρέσει βραχυπρόθεσμα βάρος επιμηκύνοντας την ωρίμανση των δανείων, μειώνοντας επιτόκια και παρέχοντας γενναιόδωρα περιόδους χάριτος. Τον Ιούνιο του 2017, οι υπουργοί Οικονομικών των 19 χωρών της Ευρωζώνης δεσμεύθηκαν σε περαιτέρω βήματα για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, ωστόσο διαφέρουν ως προς το πόσο μακριά πρέπει να φθάσουν σε αυτό. Η Γαλλία επιθυμεί η Ελλάδα να πληρώνει περισσότερα σε περιόδους ανάπτυξης και λιγότερα όταν η οικονομία επιβραδύνει. Η Γερμανία δεν διαφωνεί απαραίτητα με αυτή την λογική, ωστόσο προτιμά ένα αυστηρότερο σύστημα: τα μέτρα ελάφρυνσης δεν πρέπει να είναι αυτόματα και τα κοινοβούλια θα πρέπει να έχουν λόγο για το κατά πόσον η Ελλάδα έχει πράξει όσα πρέπει για να δικαιούται μέτρα ελάφρυνσης. Ομάδα οικονομολόγων, πάντως, έχει επιχειρηματολογήσει υπέρ της άποψης ότι, με τα προτεινόμενα μέτρα, ακόμη και στην πλέον γενναιόδωρη εκ μέρους των δανειστών εκδοχή τους, το ελληνικό χρέος δεν πρόκειται να εισέλθει σε αξιόπιστο και βιώσιμο μονοπάτι.
6. Πού εισέρχεται το ΔΝΤ;
Μέχρι τώρα, το ΔΝΤ έχει αρνηθεί να λάβει μέρος σε νέα οικονομική βοήθεια, διατυπώνοντας τη θέση οι προτάσεις για την ελάφρυνση χρέους δεν φθάνουν όσο μακριά χρειάζεται. (Το Ταμείο απαγορεύεται να δανείσει χώρες των οποίων το χρέος δεν κρίνει βιώσιμο). Μολονότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ αυτών και η Γερμανία, επιθυμούσαν τη σφραγίδα έγκρισης του ΔΝΤ, θεωρώντας ότι θα διευκόλυνε καταλαγιάζοντας τους φόβους των επενδυτών για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, Γερμανοί συντηρητικοί έχουν τελευταία κάνει πίσω σχετικά με το αίτημά τους εμπλοκή του Ταμείου. Παρ’ όλα αυτά, το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών συνεχίζει να θεωρεί "απαραίτητο" τον ρόλο του ΔΝΤ.
7. Αποτελούν οι ελληνικές τράπεζες λόγο ανησυχίας;
Ναι. Τα "κόκκινα" δάνεια αποτελούν περίπου το 50% των assets τους, ποσοστό πολύ μεγαλύτερο από οποιασδήποτε άλλης χώρας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι μεγαλύτερες τράπεζες της χώρας έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές από την έναρξη της κρίσης χρέους και ένα stress test που διενεργήθηκε εντός του 2018 από πλευράς Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας έδειξε ότι τα κεφάλαιά τους είναι πλέον επαρκή για μια μεσαίου βεληνεκούς κρίση. Άλλοι αναλυτές, ωστόσο, διαφωνούν, αμφισβητώντας την ποιότητα των τραπεζικών κεφαλαίων.