Πρόεδρος της Τουρκίας για την επόμενη πενταετία θα παραμείνει ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχοντας εξασφαλίσει περίπου 53 % από τον πρώτο γύρο, ενώ στη βουλή η συμμαχία του AKP με το εθνικιστικό ΜΗP εξασφαλίζει την απόλυτη πλειοψηφία.
Και μπορεί η αντιπολίτευση να αμφισβητεί τα αποτελέσματα, αλλά υπάρχουν ήδη ορισμένα συμπεράσματα που δεν αμφισβητούνται.
Πρώτον, περισσότεροι ήταν οι ψηφοφόροι που άσκησαν αυτή τη φορά το εκλογικό τους δικαίωμα , σε σύγκριση με τις προηγούμενες εκλογές. Αυτό ισχύει και για τα δύο στρατόπεδα. Μεταξύ των υποστηρικτών του Ερντογάν, υπήρξαν πολυάριθμες αναφορές ότι οι ψηφοφόροι αν και συνέχισαν να υποστηρίζουν τον Ερντογάν ως πρόεδρο, απέφυγαν να κάνουν το ίδιο για το ΑΚΡ. Αυτό αντανακλάται και στα αποτελέσματα : Ενώ ο Ερντογάν λαμβάνει περίπου το 53% , το κόμμα του, το ΑΚΡ, παίρνει μόλις το 43%.
Πολλοί από αυτούς φαίνεται να έχουν μεταναστεύσει στο δεξιό εθνικιστικό MHP, το οποίο με τη σειρά του έχει σχηματίσει συμμαχία με το AKP στο κοινοβούλιο. Αυτό σημαίνει ότι πολλοί ήθελαν να δώσουν στο AKP ένα μήνυμα ψηφίζοντας το ακροδεξιό ΜΗΡ, με το οποίο τελικά το ΑΚΡ εξασφαλίζει την απόλυτη πλειοψηφία στο κοινοβούλιο μέσω της συμμαχίας.
Στο στρατόπεδο της αντιπολίτευσης οι περισσότεροι μπορεί να έδωσαν την ψήφο τους στον Μουχαρέμ Ιντσέ , τον υποψήφιο του CHP, όμως στις κοινοβουλευτικές εκλογές επέλεξαν δυσανάλογα το αριστερό-φιλελεύθερο φιλοκουρδικό HDP το οποίο λαμβάνει σε κάθε περίπτωση πάνω από 10% εξασφαλίζοντας έτσι την είσοδο στο κοινοβούλιο και 65 από τις 600 έδρες .
«Αλλά γιατί ο Ερντογάν κέρδισε και πάλι;» διερωτάται η γερμανική Handelsblatt . Ένα σημαντικό θέμα ήταν η οικονομία. Το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν αυξάνεται, αλλά με υψηλό τίμημα. Επειδή η ανάπτυξη χρηματοδοτήθηκε από το χρέος, ο πληθωρισμός σημείωσε έντονη άνοδο και η λίρα εξασθένησε με τη σειρά της. Οι τιμές για βασικά τρόφιμα όπως τα κρεμμύδια ή οι πατάτες έχουν τετραπλασιαστεί μέσα σε ένα χρόνο.
Πολλοί κατηγορούσαν τον Ερντογάν και την ηγετική του ομάδα. Αλλά ακόμα κι αν οι ψηφοφόροι φοβόντουσαν έναν οικονομικό εκτροχιασμό , προφανώς δεν εμπιστεύονταν τα υπόλοιπα κόμματα να λύσουν το πρόβλημα.
Αυτό αποδείχθηκε στην προεκλογική εκστρατεία. Όλοι οι υποψήφιοι έλεγαν ότι ήθελαν να αντιμετωπίσουν τα οικονομικά προβλήματα. Αλλά κανείς δεν εξήγησε πώς ήθελε να το κάνει αυτό. Σε τέτοιους αβέβαιους χρόνους, πολλοί προτίμησαν τους συντηρητικούς: καμία αλλαγή στην πολιτική ηγεσία. Με άλλα λόγια, πολλοί ψηφοφόροι μπορεί να κατηγόρησαν προεκλογικά τον Ερντογάν και το ΑΚΡ για τα οικονομικά προβλήματα στη χώρα. Ταυτόχρονα, ωστόσο, η πλειοψηφία των πολιτών φαίνεται να εμπιστεύεται μόνο τον ίδιο και το κόμμα του για την επίλυση αυτών των προβλημάτων.
Ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο υποψήφιος του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος Μουχαρέμ Ιντζέ, έκανε μια εξαιρετική εκστρατεία. Ο Ιντζέ συγκέντρωσε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στις ομιλίες του . Σε μια τηλεοπτική μονομαχία θα είχε στριμώξει πιθανά τον Ερντογάν στον τοίχο.
«Αλλά ο Ερντογάν πέτυχε κάτι πολύ σημαντικό. Ανέβασε εκατομμύρια φτωχών Τούρκων στη μεσαία τάξη και τους έδωσε μια θέση στα μεσαία στρώματα της κοινωνίας, ειδικά τις γυναίκες που φορούν μαντίλα. Εκατομμύρια γυναίκες στην Τουρκία θα είναι αιώνια ευγνώμονες σε αυτόν , για το ότι δεν ντρέπονται να φορούν μαντίλα και να μπορούν να σπουδάζουν στα τουρκικά πανεπιστήμια με τα καλυμμένα μαλλιά» γράφει η Handelsblatt .
Επιπλέον, «ενώ ο Ιντσέ τόνισε στην εκλογική του εκστρατεία ότι ήθελε να βελτιώσει τις σχέσεις με τη Δύση, ο Ερντογάν ακολουθεί μια διαφορετική πορεία για 16 χρόνια. Ο ισχυρότερος άνθρωπος της χώρας απεικονίζεται ως ένας άνθρωπος προδομένος από τις ελίτ, ο οποίος αντιτίθεται στην «κακή Δύση» και αναδεικνύει την Τουρκία σε νέα δύναμη στην περιοχή. Σίγουρα μπορεί στη Δύση να μην συμμεριζόμαστε αυτή την άποψη - αλλά στην Τουρκία είναι πλειοψηφούσα», τονίζει η γερμανική εφημερίδα . iefimerida.gr