Κατά την διάρκεια των Μαραθωνίων ανά τον κόσμο αρκετοί δρομείς έχουν χάσει τη ζωή τους από καρδιακή προσβολή.
Ο θάνατος τους ήταν η αφορμή για να ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση αναφορικά με το αν η υπερβολική εξάσκηση είναι πιθανό να προκαλέσει προβλήματα στην καρδιά.
Είναι δεδομένο πως το τρέξιμο κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται όμορφα. Η υψηλή παραγωγή ενδορφινών του οργανισμού κατά την διάρκεια του τρεξίματος, η απαλλαγή από το στρες, η αίσθηση της ολοκλήρωσης αποτελούν στοιχεία που κάνουν τους ανθρώπους να ελκύονται από το τρέξιμο.
Αμέτρητες μελέτες, που συμπεριλαμβάνουν ανθρώπους πολλών κατηγοριών -νέους και γέρους, απόλυτα υγιείς ανθρώπους και ανθρώπους που έχουν παρελθόν καρδιακών προσβολών, λεπτούς και υπέρβαρους- έχουν επιβεβαιώσει πως το τρέξιμο συνδέεται με την καλή λειτουργία της καρδιάς.
Υπολογίζεται πως μια συστηματική, εβδομαδιαία προπόνηση πρέπει να αποτελείται είτε από 150 λεπτά χαλαρής άσκησης είτε από 75 λεπτά έντονης άσκησης (είτε από ένα συνδιασμό αυτών των δύο). Υπάρχει ωστόσο ένα μεγάλο ερώτημα: η παραπάνω, από αυτά τα πλαίσια, άσκηση συνιστα ακόμα μεγαλύτερα οφέλη ή μήπως όχι; Η απάντηση δεν είναι αντικειμενική. Εξαρτάται από το ποιόν ρωτάτε.
Μελέτες για την υπερβολική άσκηση
Ο κορυφαίος Αμερικάνος καρδιολόγος, Τζέιμς Ο’ Κιφ είναι από τους πιο διάσημους υποστηρικτές της θεωρίας πως η υπερβολική άσκηση δεν κάνει καλό στους δρομείς. Σύμφωνα με τον ίδιο «υπάρχει ένα ασφαλές όριο άσκησης, το οποίο αν υπερβούμε οι αρνητικές συνέπειες ισοσκελίζονται με τα οφέλη». Ο ίδιος έχει δώσει μια διάλεξη με τίτλο: «Τρέξε για την ζωή σου: χαλαρά και κοντινές αποστάσεις». Το βίντεο της συγκεκριμένης διάλεξης απαριθμεί 400.000 προβολές στο διαδίκτυο.
Σε συνεργασία με τον τον Δανό καρδιολόγο Πίτερ Σνορ, έγραψαν ένα επιστημονικό κείμενο στο περιοδικό του Αμερικάνικου Κολέγιου Καρδιολογίας στο οποίο υποστηρίζουν πως το να τρέχεις υπερβολικά είναι τόσο κακό όσο το να μην τρέχεις καθόλου. Οι δυο καρδιολόγοι προτείνουν πως η ιδανική άσκηση πρέπει να κυμαίνεται στις τρεις προπονήσεις ανά εβδομάδα, να μην υπερβαίνει τις 2,5 ώρες συνολικά και να διεξάγεται σε χαμηλές ταχύτητες (10-12 λεπτά/μίλι).
Με αφορμή αυτό το κείμενο, η Daily Telegraph κυκλοφόρησε με τίτλο: «Το γρήγορο τρέξιμο είναι το ίδιο θανατηφόρο με το να κάθεσαι στον καναπε». Η Daily Mail από την άλλη, επίσης με αφορμή αυτό το κείμενο, είχε τίτλο: «Το πάρα πολύ τρέξιμο είναι το ίδιο κακό με το να μην τρέχεις καθόλου».
Έξι μήνες μετά από αυτό το κείμενο, η Σαμ Λόιντ, μια 44χρονη δρομέας με αγάπη για τις μεγάλες αποστάσεις και τόσο φανατική με το τρέξιμο που έκανε τέσσερις προπονήσεις την εβδομάδα, υπέστη καρδιακό επεισόδιο. Στην Λόιντ τοποθετήθηκε βηματοδότης και πλέον τρέχει ξανά. Ωστόσο, γύρω από το καρδιακό επεισόδιό της δημιουργήκε μια σύγχηση τόσο στην ίδια όσο και στους γιατρούς που ανέλαβαν την περίπτωσή της.
Ένας από τους γιατρούς κατηγόρησε ευθέως για το καρδιακό επεισόδιο την ενασχόλησή της με το τρέξιμο. Ένας άλλος ωστόσο της είπε πως το τρέξιμο δεν έχει καμία σχέση με το επεισόδιο. «Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω από εδώ και στο εξής. Δεν ξέρω πόσο πρέπει να τρέχω. Έχω πολλές ερωτήσεις σχετικά με αυτό που έπαθα αλλά δεν έχουν απαντηθεί», τονίζει η ίδια σχολιάζοντας την περιπέτειά της.
Πάντως, πάρα πολλοί άνθρωποι που ασχολούνται με το τρέξιμο αμφισβητούν την εγκυρότητα της μελέτης των Ο’ Κιφ και Σνορ. Σε ένα σημείο της εν λόγω μελέτης, οι δύο επιστήμονες αναφέρουν πως η έρευνά τους επικεντρώθηκε σε 36 δρομείς, οι οποίοι έκαναν εξάσκηση μεγαλύτερη των τεσσάρων ωρών ανά εβδομάδα. Αναφέρουν πως από αυτούς τους 36 δρομείς, οι δύο πέθαναν. Οι επικριτές της μελέτης αυτής λένε πως αυτό το ποσοστό (μόλις 2 στους 36) είναι πολύ μικρό για να τεκμηριωθεί το οτιδήποτε και τονίζουν πως δεν υπάρχει τρόπος να αποδειχθεί πως αυτοί οι δύο θάνατοι συνδέονται όντως με το τρέξιμο: είναι πολύ πιθανό αυτοί οι δύο θάνατοι να μην έχουν καμία απολύτως σχέση με το τρέξιμο και να προήλθαν από εντελώς άσχετους λόγους.
Το πολύ τρέξιμο κάνει κακό
Το ρεύμα πάντως που πιστεύει ότι το πολύ τρέξιμο κάνει κακό βρίσκει ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές. Πολλοί από αυτούς τονίζουν πως οι κίνδυνοι δεν έχουν να κάνουν τόσο με μια αιφνίδια καρδιακή προσβολή αλλά με μικρές ζημιές που παθαίνει η καρδιά και οι οποίες δεν γίνονται αντιληπτές αλλά με τα χρόνια συσσωρεύονται και την κάνουν αδύναμη. Δύο νέες κριτικές προς αυτή την κατεύθυνση δημοσιεύτηκαν φέτος. Η μία τιτλοφορείται ως εξής: «Οι δυνητικές καρδιοτοξικές επιδράσεις της άσκησης».
Ο Σανχάι Σάρμα είναι καρδιολόγος, καθηγητής σε Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και Ιατρικός Διευθυντής στο Μαραθώνιο του Λονδίνου. Όταν ο Σάρμα κλήθηκε να πάρει θέση σε αυτόν τον άτυπο διάλογο για το ζήτημα είπε: «Καταρχήν, να ξεκαθαρίσω πως έτσι όπως αντιλαμβάνομαι εγώ τα πράγματα δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η άσκηση είναι κάτι καλό για τους ανθρώπους. Η υγεία των ανθρώπων που ασκούνται είναι σε πολύ καλύτερα επίπεδα από αυτών που δεν ασκούνται και ζουν κατά μέσο όρο τρία με εφτά χρόνια παραπάνω από τους υπόλοιπους. Αν μπορούσαμε να συσκευάσουμε όλα τα οφέλη της άσκησης σε ένα χάπι, τότε θα είχαμε φτιάξει ένα θαυματουργό χάπι».
Ο Σάρμα τονίζει πως τα παραπάνω αφορούν αυτούς που ασκούνται σωστά και τηρούν κάποιες συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές. «Τι γίνεται με τους ανθρώπους που ασκούνται δέκα ή είκοσι φορές παραπάνω από το κανονικό; Μπορεί μια θετική συνήθεια να γίνει αρνητική για αυτούς; Για την ώρα, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός αποδεικτικών στοιχείων πως η άσκηση είναι καλή για την καρδιά και μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός στοιχείων που αποδεικνύει πως για κάποιους ανθρώπους η υπερβολική άσκηση μπορεί να μην είναι κάτι καλό», προσθέτει.
Ο Σάρμα παραθέτει μια μελέτη του που δημοσιεύτηκε πέρυσι στο περιοδικό της Αμερικάνικης Ιατρικής Ένωσης, που καταλήγει στο συμπέρασμα πως το να ασκούμαστε περίπου 2,5 ώρες ανά εβδομάδα μειώνει κατά 30% τους κινδύνους θνησιμότητας από κάθε αιτία. Ταυτόχρονα, τονίζει πως η μεγαλύτερη άσκηση, αν γίνεται με σωστό τρόπο, μπορεί να αυξήσει αυτό το ποσοστό στο 35%! «Οι άνθρωποι μπορούν να ασκούνται μέχρι και δέκα φορές παραπάνω από το κανονικό χωρίς να αυξάνεται ο κίνδυνος της θνησιμότητας», ισχυρίζεται.
Οι Σνορ και Ο’ Κιφ απαντούν επιμένοντας πως πρέπει να τηρείται ένα μέτρο και πως υπάρχει ένα συγκεκριμένο σημείο που αν το υπερβούμε, η άσκηση θα γίνει επιζήμια. Πολλοί ειδικοί πάντως, τονίζουν πως αυτό το σημείο δεν είναι αντικειμενικό, διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και από καρδιά σε καρδιά. Όπως και να έχει, από αυτόν τον ανεπίσημο διάλογο που έχει ανοίξει μέσα στην επιστημονική κοινότητα προκύπτουν σίγουρα κάποια γενικώς παραδεκτά συμπεράσματα.
Ο καθηγητής Γκρεγκ Γουάιτ τονίζει πως αν μετά από την συμμετοχή σε έναν μαραθώνιο γίνει ένα μικρό «σκανάρισμα» της καρδιάς το πιθανότερο είναι πως θα δούμε ορισμένα μικρά αρνητικά σημάδια. Ο ίδιος πάντως τονίζει: «Αυτό είναι κάτι που ισχύει σχεδόν για όλους τους ανθρώπους. Όσοι όμως ασκούνται σωστά έχουν πολύ λιγότερα αρνητικά σημάδια από τους υπόλοιπους ενώ πολύ σύντομα, μέσω της σωστής άσκησης, η καρδιά θεραπεύεται από αυτές τις μικρές ζημιές και επανέρχεται πάρα πολύ γρήγορα στο απόλυτα φυσιολογικό».
Αυτή η γρήγορη αντιστροφή των συμπτωμάτων υποδηλώνει ότι δεν υπάρχει κανένας φόβος για τους δρομείς και πως κάθε ζημιά της καρδιάς μετά από έναν Μαραθώνιο είναι παροδική. Ακόμα κι έτσι πάντως, κάποιοι συνεχίζουν να έχουν τις ενστάσεις τους. Ένα πείραμα που έγινε με αρουραίους απέδειξε πως όσο πιο έντονα και όσο πιο συστηματικά έτρεχαν τόσο περισσότερο άλλαζε το σχήμα της καρδιάς τους.
Φυσικά, άλλο άνθρωποι και άλλο αρουραίοι όπως επιβεβαιώνει και ο Σάρμα: «Αυτό το πείραμα έχει γίνει με αρουραίους και δεν μπορεί να αποδείξει κάτι αναφορικά με τις καρδιές των ανθρώπων». Προσθέτει βέβαια πως: «Είναι δεδομένο πως η καρδιά ενός βετεράνου αθλητή έχει υποστεί μια αναδιαμόρφωση σε σχέση με άλλες καρδιές».
Θα έλεγε κανείς πως το κύριο συμπέρασμα από μια τέτοια συζήτηση είναι πως το πιο ασφαλές είναι πως πρέπει να ασκούμαστε χωρίς υπερβολές και να τηρούμε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα – αν το κάνουμε αυτό μάλλον δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Φυσικά, οι συστηματικές εξετάσεις της καρδιάς είναι πάντα αναγκαίες ωστόσο με αυτό υπάρχει ένα πρόβλημα: τα προβλήματα που προκύπτουν για την καρδιά ενός αθλητή γίνονται πολύ πιο δύσκολα αντιληπτά μέσω εξετάσεων σε σχέση με κάποιον που δεν αθλείται ακριβώς γιατί η καρδιά του λειτουργεί και επιβαρύνεται με εντελώς διαφορετικούς όρους.
Η Λόιντ, η 44χρονη δρομέας που αναφέρθηκε παραπάνω και η οποία υπέστη καρδιακό επεισόδιο με αποτέλεσμα να της τοποθετηθεί βηματοδότης, αναφέρει: «Είχα ορισμένα σημάδια αλλά ο γιατρός μου ποτέ δεν κατάφερε να βρει το πρόβλημα εγκαίρως. Είχα αρχίσει να λαχανιάζω παραπάνω από το συνηθισμένο και είχα και κάποιες μικρές ζαλάδες. Έκανα κάποιες εξετάσεις για την καρδιά αλλά βγήκαν απόλυτα καθαρές. Μου είπαν ότι κατά πάσα πιθανότητα τα συμπτώματα αυτά είχαν να κάνουν με το άγχος».
Με βάση την δική της εμπειρία, η Λόιντ τονίζει: «Το τρέξιμο δημιουργεί μια αρμονία στο σώμα μας». Τονίζει πως τελικά, πολύ πιο σημαντικό από κάθε εξέταση είναι απλά να ακούμε το σώμα μας και όταν αυτό μας στέλνει σημάδια πρέπει να τα λαμβάνουμε υπόψιν. Αυτός είναι ο κυριότερος τρόπος πρόληψης.
Τα βασικά σημάδια που μπορεί να στείλει το σώμα μας είναι τα εξής:
Βαρύτητα και πόνος στο στήθος ή δυσφορία
Δυσανάλογη δύσπνοια
Ασυνήθιστη κόπωση
Συσκότιση της όρασης (ακόμα και ελάχιστη)
Αίσθηση αυξημένων παλμών και αρρυθμίας
Ίλιγγος και ζαλάδα κατά τη διάρκεια άσκησης.
Υπάρχουν επίσης, κάποια συγκεκριμένα «μέτρα» που μπορούν να εξασφαλίσουν μια εύρυθμη λειτουργία της καρδιάς και έχουν να κάνουν περισσότερο με την συνολική στάση ζωής και όχι τόσο ειδικά με τον τρόπο άσκησης. Το να μην καπνίζουμε, το να διατηρούμε υπό έλεγχο το στρες και το να τρώμε υγιεινά είναι τα πιο απλά από αυτά. Πιο ειδικά όσον αφορά την άσκηση ωστόσο: πρέπει να αποφεύγουμε να ασκούμαστε όταν δεν είμαστε 100% υγιείς και ειδικά όταν έχουμε πυρετό. Τέλος, πρέπει να πίνουμε πολύ νερό κατά την διάρκεια της άσκησης ώστε να αποφευχθεί η αδικαιολόγητη πίεση της καρδιάς μέσω αφυδάτωσης ή υπερθέρμανσης.
Ο καθηγητής Γκρεγκ Γουάιτ προσθέτει: «Όσοι τρέχουν μεγάλες αποστάσεις πρέπει να είναι απόλυτα εκπαιδευμένοι για αυτό. Κατά τα άλλα, οι θάνατοι νέων ανθρώπων που σχετίζονται με την καρδιά οφείλονται κυρίως σε κληρονομικά προβλήματα. Για τους άνω των 35 είναι αποτέλεσμα καρδιαγγειακής νόσου. Πρώτα και κύρια, να εξετάζεται την καρδιά σας».
Τέλος, ο Δρ. Λάρι Κρέσγουελ μάλλον το συνοψίζει άψογα: «Φυσικά και υπάρχει ένα σημείο που δεν πρέπει να το υπερβούμε και που αν το κάνουμε από την άσκηση θα προκύπτουν τελικά φθίνουσες αποδόσεις και θα αρχίσει να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να ανακαλύψουμε αυτό το σημείο, το οποίο δεν είναι ίδιο για όλους μας».
Συμπερασματικά
Συμπερασματικά λοιπόν, τα δεδομένα έχουν ως εξής: ας φροντίζουμε την υγεία μας σε συνολικό επίπεδο ώστε να εξασφαλίζεται πως η λειτουργία του σώματός μας δεν οδηγεί σε καρδιαγγειακά προβλήματα. Αλλά πάνω απ’ όλα ας έχουμε κατά νου -και αυτό είναι ένα συμπέρασμα που αναγνωρίζεται από κάθε μελέτη που αναφέρεται σε αυτό το κείμενο- ότι τα πολλαπλά οφέλη της άσκησης μπορούν να ισοσκελιστούν από τους πιθανούς κινδύνους μιας υπερβολικής άσκησης.
Πηγή
Ο θάνατος τους ήταν η αφορμή για να ξεκινήσει μια μεγάλη συζήτηση αναφορικά με το αν η υπερβολική εξάσκηση είναι πιθανό να προκαλέσει προβλήματα στην καρδιά.
Είναι δεδομένο πως το τρέξιμο κάνει τους ανθρώπους να αισθάνονται όμορφα. Η υψηλή παραγωγή ενδορφινών του οργανισμού κατά την διάρκεια του τρεξίματος, η απαλλαγή από το στρες, η αίσθηση της ολοκλήρωσης αποτελούν στοιχεία που κάνουν τους ανθρώπους να ελκύονται από το τρέξιμο.
Αμέτρητες μελέτες, που συμπεριλαμβάνουν ανθρώπους πολλών κατηγοριών -νέους και γέρους, απόλυτα υγιείς ανθρώπους και ανθρώπους που έχουν παρελθόν καρδιακών προσβολών, λεπτούς και υπέρβαρους- έχουν επιβεβαιώσει πως το τρέξιμο συνδέεται με την καλή λειτουργία της καρδιάς.
Υπολογίζεται πως μια συστηματική, εβδομαδιαία προπόνηση πρέπει να αποτελείται είτε από 150 λεπτά χαλαρής άσκησης είτε από 75 λεπτά έντονης άσκησης (είτε από ένα συνδιασμό αυτών των δύο). Υπάρχει ωστόσο ένα μεγάλο ερώτημα: η παραπάνω, από αυτά τα πλαίσια, άσκηση συνιστα ακόμα μεγαλύτερα οφέλη ή μήπως όχι; Η απάντηση δεν είναι αντικειμενική. Εξαρτάται από το ποιόν ρωτάτε.
Μελέτες για την υπερβολική άσκηση
Ο κορυφαίος Αμερικάνος καρδιολόγος, Τζέιμς Ο’ Κιφ είναι από τους πιο διάσημους υποστηρικτές της θεωρίας πως η υπερβολική άσκηση δεν κάνει καλό στους δρομείς. Σύμφωνα με τον ίδιο «υπάρχει ένα ασφαλές όριο άσκησης, το οποίο αν υπερβούμε οι αρνητικές συνέπειες ισοσκελίζονται με τα οφέλη». Ο ίδιος έχει δώσει μια διάλεξη με τίτλο: «Τρέξε για την ζωή σου: χαλαρά και κοντινές αποστάσεις». Το βίντεο της συγκεκριμένης διάλεξης απαριθμεί 400.000 προβολές στο διαδίκτυο.
Σε συνεργασία με τον τον Δανό καρδιολόγο Πίτερ Σνορ, έγραψαν ένα επιστημονικό κείμενο στο περιοδικό του Αμερικάνικου Κολέγιου Καρδιολογίας στο οποίο υποστηρίζουν πως το να τρέχεις υπερβολικά είναι τόσο κακό όσο το να μην τρέχεις καθόλου. Οι δυο καρδιολόγοι προτείνουν πως η ιδανική άσκηση πρέπει να κυμαίνεται στις τρεις προπονήσεις ανά εβδομάδα, να μην υπερβαίνει τις 2,5 ώρες συνολικά και να διεξάγεται σε χαμηλές ταχύτητες (10-12 λεπτά/μίλι).
Με αφορμή αυτό το κείμενο, η Daily Telegraph κυκλοφόρησε με τίτλο: «Το γρήγορο τρέξιμο είναι το ίδιο θανατηφόρο με το να κάθεσαι στον καναπε». Η Daily Mail από την άλλη, επίσης με αφορμή αυτό το κείμενο, είχε τίτλο: «Το πάρα πολύ τρέξιμο είναι το ίδιο κακό με το να μην τρέχεις καθόλου».
Έξι μήνες μετά από αυτό το κείμενο, η Σαμ Λόιντ, μια 44χρονη δρομέας με αγάπη για τις μεγάλες αποστάσεις και τόσο φανατική με το τρέξιμο που έκανε τέσσερις προπονήσεις την εβδομάδα, υπέστη καρδιακό επεισόδιο. Στην Λόιντ τοποθετήθηκε βηματοδότης και πλέον τρέχει ξανά. Ωστόσο, γύρω από το καρδιακό επεισόδιό της δημιουργήκε μια σύγχηση τόσο στην ίδια όσο και στους γιατρούς που ανέλαβαν την περίπτωσή της.
Ένας από τους γιατρούς κατηγόρησε ευθέως για το καρδιακό επεισόδιο την ενασχόλησή της με το τρέξιμο. Ένας άλλος ωστόσο της είπε πως το τρέξιμο δεν έχει καμία σχέση με το επεισόδιο. «Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω από εδώ και στο εξής. Δεν ξέρω πόσο πρέπει να τρέχω. Έχω πολλές ερωτήσεις σχετικά με αυτό που έπαθα αλλά δεν έχουν απαντηθεί», τονίζει η ίδια σχολιάζοντας την περιπέτειά της.
Πάντως, πάρα πολλοί άνθρωποι που ασχολούνται με το τρέξιμο αμφισβητούν την εγκυρότητα της μελέτης των Ο’ Κιφ και Σνορ. Σε ένα σημείο της εν λόγω μελέτης, οι δύο επιστήμονες αναφέρουν πως η έρευνά τους επικεντρώθηκε σε 36 δρομείς, οι οποίοι έκαναν εξάσκηση μεγαλύτερη των τεσσάρων ωρών ανά εβδομάδα. Αναφέρουν πως από αυτούς τους 36 δρομείς, οι δύο πέθαναν. Οι επικριτές της μελέτης αυτής λένε πως αυτό το ποσοστό (μόλις 2 στους 36) είναι πολύ μικρό για να τεκμηριωθεί το οτιδήποτε και τονίζουν πως δεν υπάρχει τρόπος να αποδειχθεί πως αυτοί οι δύο θάνατοι συνδέονται όντως με το τρέξιμο: είναι πολύ πιθανό αυτοί οι δύο θάνατοι να μην έχουν καμία απολύτως σχέση με το τρέξιμο και να προήλθαν από εντελώς άσχετους λόγους.
Το πολύ τρέξιμο κάνει κακό
Το ρεύμα πάντως που πιστεύει ότι το πολύ τρέξιμο κάνει κακό βρίσκει ολοένα και περισσότερους υποστηρικτές. Πολλοί από αυτούς τονίζουν πως οι κίνδυνοι δεν έχουν να κάνουν τόσο με μια αιφνίδια καρδιακή προσβολή αλλά με μικρές ζημιές που παθαίνει η καρδιά και οι οποίες δεν γίνονται αντιληπτές αλλά με τα χρόνια συσσωρεύονται και την κάνουν αδύναμη. Δύο νέες κριτικές προς αυτή την κατεύθυνση δημοσιεύτηκαν φέτος. Η μία τιτλοφορείται ως εξής: «Οι δυνητικές καρδιοτοξικές επιδράσεις της άσκησης».
Ο Σανχάι Σάρμα είναι καρδιολόγος, καθηγητής σε Πανεπιστήμιο του Λονδίνου και Ιατρικός Διευθυντής στο Μαραθώνιο του Λονδίνου. Όταν ο Σάρμα κλήθηκε να πάρει θέση σε αυτόν τον άτυπο διάλογο για το ζήτημα είπε: «Καταρχήν, να ξεκαθαρίσω πως έτσι όπως αντιλαμβάνομαι εγώ τα πράγματα δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως η άσκηση είναι κάτι καλό για τους ανθρώπους. Η υγεία των ανθρώπων που ασκούνται είναι σε πολύ καλύτερα επίπεδα από αυτών που δεν ασκούνται και ζουν κατά μέσο όρο τρία με εφτά χρόνια παραπάνω από τους υπόλοιπους. Αν μπορούσαμε να συσκευάσουμε όλα τα οφέλη της άσκησης σε ένα χάπι, τότε θα είχαμε φτιάξει ένα θαυματουργό χάπι».
Ο Σάρμα τονίζει πως τα παραπάνω αφορούν αυτούς που ασκούνται σωστά και τηρούν κάποιες συγκεκριμένες κατευθυντήριες γραμμές. «Τι γίνεται με τους ανθρώπους που ασκούνται δέκα ή είκοσι φορές παραπάνω από το κανονικό; Μπορεί μια θετική συνήθεια να γίνει αρνητική για αυτούς; Για την ώρα, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός αποδεικτικών στοιχείων πως η άσκηση είναι καλή για την καρδιά και μόνο ένας πολύ μικρός αριθμός στοιχείων που αποδεικνύει πως για κάποιους ανθρώπους η υπερβολική άσκηση μπορεί να μην είναι κάτι καλό», προσθέτει.
Ο Σάρμα παραθέτει μια μελέτη του που δημοσιεύτηκε πέρυσι στο περιοδικό της Αμερικάνικης Ιατρικής Ένωσης, που καταλήγει στο συμπέρασμα πως το να ασκούμαστε περίπου 2,5 ώρες ανά εβδομάδα μειώνει κατά 30% τους κινδύνους θνησιμότητας από κάθε αιτία. Ταυτόχρονα, τονίζει πως η μεγαλύτερη άσκηση, αν γίνεται με σωστό τρόπο, μπορεί να αυξήσει αυτό το ποσοστό στο 35%! «Οι άνθρωποι μπορούν να ασκούνται μέχρι και δέκα φορές παραπάνω από το κανονικό χωρίς να αυξάνεται ο κίνδυνος της θνησιμότητας», ισχυρίζεται.
Οι Σνορ και Ο’ Κιφ απαντούν επιμένοντας πως πρέπει να τηρείται ένα μέτρο και πως υπάρχει ένα συγκεκριμένο σημείο που αν το υπερβούμε, η άσκηση θα γίνει επιζήμια. Πολλοί ειδικοί πάντως, τονίζουν πως αυτό το σημείο δεν είναι αντικειμενικό, διαφέρει από άνθρωπο σε άνθρωπο και από καρδιά σε καρδιά. Όπως και να έχει, από αυτόν τον ανεπίσημο διάλογο που έχει ανοίξει μέσα στην επιστημονική κοινότητα προκύπτουν σίγουρα κάποια γενικώς παραδεκτά συμπεράσματα.
Ο καθηγητής Γκρεγκ Γουάιτ τονίζει πως αν μετά από την συμμετοχή σε έναν μαραθώνιο γίνει ένα μικρό «σκανάρισμα» της καρδιάς το πιθανότερο είναι πως θα δούμε ορισμένα μικρά αρνητικά σημάδια. Ο ίδιος πάντως τονίζει: «Αυτό είναι κάτι που ισχύει σχεδόν για όλους τους ανθρώπους. Όσοι όμως ασκούνται σωστά έχουν πολύ λιγότερα αρνητικά σημάδια από τους υπόλοιπους ενώ πολύ σύντομα, μέσω της σωστής άσκησης, η καρδιά θεραπεύεται από αυτές τις μικρές ζημιές και επανέρχεται πάρα πολύ γρήγορα στο απόλυτα φυσιολογικό».
Αυτή η γρήγορη αντιστροφή των συμπτωμάτων υποδηλώνει ότι δεν υπάρχει κανένας φόβος για τους δρομείς και πως κάθε ζημιά της καρδιάς μετά από έναν Μαραθώνιο είναι παροδική. Ακόμα κι έτσι πάντως, κάποιοι συνεχίζουν να έχουν τις ενστάσεις τους. Ένα πείραμα που έγινε με αρουραίους απέδειξε πως όσο πιο έντονα και όσο πιο συστηματικά έτρεχαν τόσο περισσότερο άλλαζε το σχήμα της καρδιάς τους.
Φυσικά, άλλο άνθρωποι και άλλο αρουραίοι όπως επιβεβαιώνει και ο Σάρμα: «Αυτό το πείραμα έχει γίνει με αρουραίους και δεν μπορεί να αποδείξει κάτι αναφορικά με τις καρδιές των ανθρώπων». Προσθέτει βέβαια πως: «Είναι δεδομένο πως η καρδιά ενός βετεράνου αθλητή έχει υποστεί μια αναδιαμόρφωση σε σχέση με άλλες καρδιές».
Θα έλεγε κανείς πως το κύριο συμπέρασμα από μια τέτοια συζήτηση είναι πως το πιο ασφαλές είναι πως πρέπει να ασκούμαστε χωρίς υπερβολές και να τηρούμε ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα – αν το κάνουμε αυτό μάλλον δεν έχουμε να φοβηθούμε τίποτα. Φυσικά, οι συστηματικές εξετάσεις της καρδιάς είναι πάντα αναγκαίες ωστόσο με αυτό υπάρχει ένα πρόβλημα: τα προβλήματα που προκύπτουν για την καρδιά ενός αθλητή γίνονται πολύ πιο δύσκολα αντιληπτά μέσω εξετάσεων σε σχέση με κάποιον που δεν αθλείται ακριβώς γιατί η καρδιά του λειτουργεί και επιβαρύνεται με εντελώς διαφορετικούς όρους.
Η Λόιντ, η 44χρονη δρομέας που αναφέρθηκε παραπάνω και η οποία υπέστη καρδιακό επεισόδιο με αποτέλεσμα να της τοποθετηθεί βηματοδότης, αναφέρει: «Είχα ορισμένα σημάδια αλλά ο γιατρός μου ποτέ δεν κατάφερε να βρει το πρόβλημα εγκαίρως. Είχα αρχίσει να λαχανιάζω παραπάνω από το συνηθισμένο και είχα και κάποιες μικρές ζαλάδες. Έκανα κάποιες εξετάσεις για την καρδιά αλλά βγήκαν απόλυτα καθαρές. Μου είπαν ότι κατά πάσα πιθανότητα τα συμπτώματα αυτά είχαν να κάνουν με το άγχος».
Με βάση την δική της εμπειρία, η Λόιντ τονίζει: «Το τρέξιμο δημιουργεί μια αρμονία στο σώμα μας». Τονίζει πως τελικά, πολύ πιο σημαντικό από κάθε εξέταση είναι απλά να ακούμε το σώμα μας και όταν αυτό μας στέλνει σημάδια πρέπει να τα λαμβάνουμε υπόψιν. Αυτός είναι ο κυριότερος τρόπος πρόληψης.
Τα βασικά σημάδια που μπορεί να στείλει το σώμα μας είναι τα εξής:
Βαρύτητα και πόνος στο στήθος ή δυσφορία
Δυσανάλογη δύσπνοια
Ασυνήθιστη κόπωση
Συσκότιση της όρασης (ακόμα και ελάχιστη)
Αίσθηση αυξημένων παλμών και αρρυθμίας
Ίλιγγος και ζαλάδα κατά τη διάρκεια άσκησης.
Υπάρχουν επίσης, κάποια συγκεκριμένα «μέτρα» που μπορούν να εξασφαλίσουν μια εύρυθμη λειτουργία της καρδιάς και έχουν να κάνουν περισσότερο με την συνολική στάση ζωής και όχι τόσο ειδικά με τον τρόπο άσκησης. Το να μην καπνίζουμε, το να διατηρούμε υπό έλεγχο το στρες και το να τρώμε υγιεινά είναι τα πιο απλά από αυτά. Πιο ειδικά όσον αφορά την άσκηση ωστόσο: πρέπει να αποφεύγουμε να ασκούμαστε όταν δεν είμαστε 100% υγιείς και ειδικά όταν έχουμε πυρετό. Τέλος, πρέπει να πίνουμε πολύ νερό κατά την διάρκεια της άσκησης ώστε να αποφευχθεί η αδικαιολόγητη πίεση της καρδιάς μέσω αφυδάτωσης ή υπερθέρμανσης.
Ο καθηγητής Γκρεγκ Γουάιτ προσθέτει: «Όσοι τρέχουν μεγάλες αποστάσεις πρέπει να είναι απόλυτα εκπαιδευμένοι για αυτό. Κατά τα άλλα, οι θάνατοι νέων ανθρώπων που σχετίζονται με την καρδιά οφείλονται κυρίως σε κληρονομικά προβλήματα. Για τους άνω των 35 είναι αποτέλεσμα καρδιαγγειακής νόσου. Πρώτα και κύρια, να εξετάζεται την καρδιά σας».
Τέλος, ο Δρ. Λάρι Κρέσγουελ μάλλον το συνοψίζει άψογα: «Φυσικά και υπάρχει ένα σημείο που δεν πρέπει να το υπερβούμε και που αν το κάνουμε από την άσκηση θα προκύπτουν τελικά φθίνουσες αποδόσεις και θα αρχίσει να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να ανακαλύψουμε αυτό το σημείο, το οποίο δεν είναι ίδιο για όλους μας».
Συμπερασματικά
Συμπερασματικά λοιπόν, τα δεδομένα έχουν ως εξής: ας φροντίζουμε την υγεία μας σε συνολικό επίπεδο ώστε να εξασφαλίζεται πως η λειτουργία του σώματός μας δεν οδηγεί σε καρδιαγγειακά προβλήματα. Αλλά πάνω απ’ όλα ας έχουμε κατά νου -και αυτό είναι ένα συμπέρασμα που αναγνωρίζεται από κάθε μελέτη που αναφέρεται σε αυτό το κείμενο- ότι τα πολλαπλά οφέλη της άσκησης μπορούν να ισοσκελιστούν από τους πιθανούς κινδύνους μιας υπερβολικής άσκησης.
Πηγή