Αληθινή ιστορία: Πώς ξεκινά
Γεια σας. Με λένε Άννα και είμαι 42 ετών. Με τον άντρα μου είμαστε παντρεμένοι 15 χρόνια και έχουμε τέσσερα παιδάκια, τα οποία καθημερινά βιώνουν το βίαιο χαρακτήρα του μπαμπά τους και την κακοποίηση της μητέρας τους. Ήταν από την αρχή βίαιος και παρόλο που το ήξερα τον παντρεύτηκα. Ζούμε στην επαρχία, σε μία πολύ κλειστή κοινωνία που ακόμα και σήμερα οι γονείς αποφασίζουν την τύχη των κοριτσιών οπότε καταλαβαίνετε ότι δεν μπορούσα να φέρω και πολλές αντιρρήσεις.
Εφόσον τον διάλεξε ο πατέρας μου έπρεπε να τον παντρευτώ, περνούσαν και τα χρόνια βλέπετε, δεν γινόταν να μείνω στο ράφι. Μορφωμένη δεν ήμουν, ένα σχολείο είχα βγάλει και με το ζόρι, δεν είχα τα περιθώρια να φύγω από το χωριό και να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου.
Με πάντρεψαν όπως και όπως μαζί του επειδή είχε λεφτά και πίστευαν ότι θα ζήσω ζωή χαρισάμενη, δεν ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα. Τρώω ξύλο από την πρώτη νύχτα του γάμου σε τακτική έως καθημερινή φάση. Σκέφτηκα πως μετά τη γέννηση του πρώτου μας παιδιού θα ηρεμήσει κάπως αλλά εκείνος αγρίεψε και χειροτέρεψε.
Αληθινή ιστορία: Η συνέχεια
Σήμερα, μετά από τέσσερα παιδιά, εξακολουθεί να είναι βίαιος και να ξεσπά το θυμό του πάνω μου χωρίς να φταίω κάπου. Έχω σκεφτεί πολλές φορές να πάρω τα παιδιά μου και να φύγουμε, αλλά να πάω πού; Οι γονείς μου δεν είναι διατεθειμένοι να με βοηθήσουν. Είναι της λογικής ότι τώρα που παντρεύτηκα και άνοιξα το δικό μου σπίτι, ανήκω εκεί και ότι ο,τι και να μου συμβαίνει το σπίτι μου δεν επιτρέπεται να το εγκαταλείψω και πρέπει να τα βρω με τον άντρα μου.
Τα τέσσερα παιδιά μου είναι αυτά που με κρατάνε δυνατή. Αν δεν ήταν εκείνα, θα είχα αυτοκτονήσει. Κάνω κουράγιο και τα προστατεύω μέχρι να μεγαλώσουν και να πάρει το καθένα το δρόμο του. Μόλις βολέψω και το τελευταίο μου παιδί που σήμερα είναι 8 χρονών θα τον χωρίσω και θα φύγω και δεν θα με βρει εκεί που θα πάω. Μέχρι τότε όμως υπομένω…
Στο χωριό είναι γνωστό ο άντρας μου με απατά με μία συγχωριανή μας, 24 ετών. Είναι ορφανή και μεγαλώνει με τις δύο αδερφές της. Είναι κοινό μυστικό το κέρατο που τρώω αλλά πιστέψτε με, το πρόβλημα αυτό είναι το λιγότερο που με απασχολεί αυτή τη στιγμή.
Αληθινή ιστορία: Τι έγινε μετά
Πρόσφατα κατέβηκα στο χωριό να ψωνίσω κάτι πράγματα που μου έλειπαν και ήρθα μούρη με μούρη με την κοπέλα αυτή. Από τους μώλωπες και τις πληγές στο πρόσωπό της κατάλαβα ότι ο άντρας μου τη χτυπάει και εκείνη. Μόλις την είδα το κατάλαβα αμέσως και τη ρώτησα, αλλά κατέβασε το κεφάλι και δεν μου απάντησε. Αυτό και μόνο ήταν αρκετό για να το σιγουρέψω. Ο αχρείος βρήκε ένα ανυπεράσπιστο, ορφανό κορίτσι και το εκμεταλλεύτηκε, όχι ότι εκείνη είναι άμοιρη ευθυνών, αλλά δεν μπορώ να τη δω αλλιώς παρά μόνο σαν ένα άμαθο, νεαρό κορίτσι που έκανε ένα λάθος και το πληρώνει ακριβά.
Εγώ άντεχα, εκείνη όμως δεν ήξερα αν είχε τη δύναμη να αντέξει. Έπρεπε να τη βοηθήσω με οποιοδήποτε τρόπο και το έκανα. Από τότε που ήμουν παντρεμένη μέχρι σήμερα μαζεύω λεφτά για μία ώρα ανάγκης κρυφά από τον άντρα μου. Λίγο κάτι μεροκάματα που κάνω δεξιά και αριστερά, λίγο κάτι ρέστα που μένουν από τα ψώνια, λίγο κάτι λεφτά που του κλέβω τη νύχτα από το πορτοφόλι του όταν κοιμάται (ευτυχώς, δεν ξέρει τι έχει) έχω κάνει ένα καλό κομπόδεμα και ένα μέρος του αποφάσισα να το χρησιμοποιήσω για να βοηθήσω το κορίτσι αυτό.
Την επόμενη μέρα πήγα και τη βρήκα και μου τα είπε όλα. Τα είχαν τα τελευταία δύο χρόνια και της έταζε λαγούς με πετραχήλια. Όλο της έλεγε ότι θα με χωρίσει για να μείνουν μαζί και ότι θα φύγουν στην Αθήνα, αλλά δύο χρόνια δεν είχε κάνει ούτε ένα βήμα να πραγματοποιήσει όσα της είχε τάξει. Το κορίτσι αυτό ίσα που είχε βγάλει το γυμνάσιο. Δεν είχε σπουδάσει κάτι και δούλευε σε ένα καφέ στο χωριό.
Το τέλος της αληθινής ιστορίας:
«Από μικρή τη θυμάμαι που ήθελε να φύγει αλλά δεν της δινόταν η ευκαιρία. Είχε εγκλωβιστεί στο μικρό αυτό χωριό και είχε μπλέξει με ένα βίαιο άντρα που την έκανε ο,τι ήθελε και την κρατούσε δέσμια με τις απειλές και το ξύλο. Τώρα είχε έρθει αυτή η στιγμή. Αφού δεν μπορούσα να γλιτώσω εγώ, θα γλίτωνε εκείνη πάση θυσία.
Της έδωσα 2000 ευρώ και της είπα «στα δίνω με την προϋπόθεση να φύγεις να σωθείς. Κάνε το όνειρό σου πραγματικότητα. Πήγαινε στην Αθήνα ή όπου αλλού θες και κάνε ένα νέο ξεκίνημα, τώρα που είσαι νέα. Φύγε να γλιτώσεις. Εγώ έχω παιδιά, δεν μπορώ να κάνω κάτι, εσύ όμως μπορείς», ανέφερε για την ιστορία της, η Άννα.
«Έβαλε τα κλάματα και μου φίλησε τα χέρια. Δεν το έκανα για να με ευχαριστήσει ή για να με ευγνωμονεί. Το έκανα για να τη γλιτώσω. Καμία γυναίκα δεν πρέπει να ζει αυτά που ζω εγώ και αφού μπορούσα να της δώσω την ευκαιρία, έπρεπε να το κάνω.
Την επομένη κιόλας μέρα μάζεψε τα πράγματά της και σηκώθηκε και έφυγε. Δεν ξέρω αν στο ενδιάμεσο συναντήθηκε με τον άντρα μου και του εξήγησε, σημασία έχει ότι το κορίτσι γλίτωσε. Τώρα θα μου πείτε, ο άντρας μου θα βρει καμιά άλλη από το χωριό και θα κάνει τα ίδια. Δεν ξέρω αν μπορώ να σώσω την κάθε γυναίκα που θα πέσει στα δίχτυα του, σημασία όμως έχει πώς μία ψυχή γλίτωσε και αυτό ανακουφίζει πολύ τη πληγωμένη μου ψυχή. Τουλάχιστον μπόρεσα να της δώσω τη βοήθεια που δεν μου έχει δώσει κανείς μέχρι τώρα», κατέληξε, η ίδια. Πηγή: singleparent